Θαυμάζω τους ανθρώπους που δεν ζηλεύουν και αγαπούν τους ανθρώπους, οι οποίοι είναι κατώτεροι τους και από την πολλή τους αγάπη τους θεωρούν ανώτερους τους. Και επειδή ακριβώς δεν ζηλεύουν παίρνουν κάτι καλό από όλα, από το τίποτα. Γιατί το θαυμάζω; Επειδή εγώ ζηλεύω και μου θυμίζουν κάτι που δεν έχω. Εν πάση περιπτώσει, πολλές φορές βασανιζόμαστε από τη ζήλια, ενώ αυτός που δεν ζηλεύει, τους αποδέχεται όλους, τους χαίρεται όλους, παίρνει από όλους κάτι καλό. Δεν βλέπει τον άλλον ως φόβο, ως κίνδυνο αλλά ως φίλο του και συναγωνιστή του προς το Θεό Σε όλους ο Θεός έδωσε κάτι.
Και γιατί να ζηλέψω; Όλοι εργαζόμαστε και διακονούμε το Θεό, να νιώσουμε, να βιώσουμε τα χαρίσματα μας από το Θεό. Το να μην χαιρόμαστε με τους άλλους, να ζηλεύουμε, βασανιζόμαστε με την πρόοδο και τη χαρά του άλλου. Εξάρτηση είναι, βασανισμός να μην μπορούμε να απελευθερωθούμε αφού υποφέρουμε από τη διάκρισή του, τη πρόοδο του.
Είναι κατόρθωμα όμως να παραδεχθείς την αδυναμία σου: «Κύριε ζηλεύω και αυτό με κάνει να ακούω για τους άλλους και να μην χαίρομαι, κι αν μάθω ότι κάποιος απέτυχε χαίρομαι, ευχαριστιέμαι, ικανοποιούμαι». Αυτό είναι ζήλια κακή. Αυτό είναι το αμάρτημα που δείχνει ότι λείπει η αγάπη από τη ζωή μας, η ανυπόκριτη αγάπη. Αυτοί οι άνθρωποι αγάπης. Και όταν βλέπεις και τα δικά σου χαρίσματα δεν ζηλεύεις γιατί έχει δικά σου. Και είσαι ευχαριστημένος χωρίς να φθονήσεις, να ζηλέψεις τον άλλον. Σ’ όλες τις εκφράσεις της ζωής υπάρχουν άνθρωποι που χαίρονται με τους άλλους. Για παράδειγμα με τους βαθμούς. Παίρνεις εσύ τον έλεγχο και βλέπεις ότι δεν πήρες του βαθμούς που ήθελες αλλά κάποιος άλλος τα πήγε καλύτερα, δεν φθονείς αλλά χαίρεσαι. Αυτό είναι ανιδιοτέλεια.
Η ζήλια είναι μια αρρώστια για την οποία επιζητάς τη θεραπεία. Το αντίθετο της είναι η αγάπη, η ισορροπία. Όμως όταν δεις τα δώρα σου χαίρεσαι. Δεν έχουμε όλοι τα ίδια αλλά όλοι έχουμε κάτι σίγουρα.
Ένα παιδί ήταν να περάσει στις πανελλήνιες. Τελικά δεν πέρασε και του λέει ο πατέρας του: « Όχι τίποτα άλλο, εγώ τι θα λέω στη δουλειά, που όλοι λένε ότι τα παιδιά τους πέρασαν και εγώ ζηλεύω και τι θα λέω;» Φεύγει η αγάπη για το παιδί. Και αυτό σκέφτεται: « Ο πατέρας μου δεν ήθελε να περάσω για μένα, γιατί μ’ αγαπούσε, το ήθελε για τον ίδιο για την καταξίωση του την κοινωνική, για τη δική του προβολή, για να το λέει στο γραφείο». Όμως να τι έπρεπε να πει « Να λέει ότι φέτος δεν πέρασε, είναι όμως έξυπνο, ικανό στη ψυχή του και πολλά χαρίσματα». Εσύ όμως δεν θα βλέπεις και το αποδοκιμάζεις και χαλάς τη σχέση επικοινωνίας με το δικό σου παιδί.
Βοηθά όταν νιώσει κανείς πλούσιος από το Θεό. Όλοι έχουμε κάτι. Κι αν κάποιος δεν έχει κανένα χάρισμα; Αν όντως δεν έχει κανένα από αυτά τα χαρίσματα που λέμε μπορεί να έχει ένα άλλο. Να χαίρεται με αυτό που έχουν οι άλλοι και να ταπεινώνεται, που δεν έχει πολλά. Κι αυτό είναι μέγιστο χάρισμα. Το χάρισμα της αγάπης, της ταπείνωσης, της χαράς με τον άλλον. Εσύ που δεν έχεις αυτό που δεν έχουν οι άλλοι χαίρεσαι με αυτούς. Έχεις το χάρισμα να μην γκρινιάζεις. Δεν κοιτάς τι σου λείπει, δεν είσαι μίζερος, μεγάλο χάρισμα αυτό. Όλοι έχουμε χαρίσματα απλά δεν τα ψάχνουμε ή βαριόμαστε να ασχοληθούμε μαζί τους, γιατί το χάρισμα έχει και κόπο. Έχει κάποιος το χάρισμα να γράφει ωραία; Αυτό θέλει κόπο. Το χάρισμα είναι κι χαρά και κόπος και θυσία και σταυρός. Εμείς κοιτάμε μόνο τα καλά, δεν κοιτάμε αυτός που το έχει τι κάνει για να το κρατήσει, να το αγαπήσει, να το καλλιεργήσει.
Μεγάλο πράγμα το χάρισμα. Δεν είναι μόνο δώρο είναι και ευθύνη. Και μπορεί ένα χάρισμα να είναι και η καταστροφή σου. Το χάρισμα της ομορφιάς για παράδειγμα στο δίνει για να δοξάσεις με αυτό το Θεό, να το διατηρήσεις με την αγνή σου ψυχή. Πόσοι από αυτούς υποφέρουν από φιλαυτία, εγωισμό, ωραιοπάθεια. Το χάρισμα τους γίνεται η αιτία να κολαστούν. Ξέρει ο Θεός τι δίνει στον καθένα. «Κατά τῷ μέτρῳ αὐτοῦ», όσο αντέχει δηλαδή ο καθένας. Μην κοιτάς τους άλλους, συμφιλιώσου με το εγώ σου. Θέλει να αγαπήσουμε τον εαυτό μας ταπεινά, τα χαρίσματα μας δηλαδή, τα δώρα του. Το χάρισμα της υπομονής, της ταπείνωσης, της οικογένειας, της ωραίας φωνής. Κοίτα αυτά που σου δίνει και μην κοιτάς αυτά που δεν έχεις γιατί για να μην τα έχεις σημαίνει δεν εργάστηκες ταπεινά ή δεν σου το έδωσε ο Θεός γιατί κάτι ήξερε. Κοιτάμε τους άλλους με αγάπη, με πνεύμα ενότητας, αδελφοσύνης.
Γιατί ο Κάιν σκότωσε τον Άβελ; Γιατί ο Άβελ έκανε μια θυσία η οποία πήγε ευπρόσδεκτη στο Θεό και αυτός ζήλεψε γιατί οι δικές του δεν ήταν. Ζήλευε τα χαρίσματα του αδελφού του ενώ μπορούσε να κάτσει να πει: «Γιατί να ζηλέψω, αν μπορώ να το κάνω και εγώ , ας το κάνω». Μπορούσε να βρει τα χαρίσματα του, να ταπεινωθεί και αυτό να είναι ευπρόσδεκτο στο θεό. Και από τη ζήλια έφθασε στο φθόνο και από το φθόνο στο φόνο και έτσι σκότωσε τον Άβελ.
Και στο Θαβώρ κάτι ανάλογο έγινε. Όταν ένας πατέρας ζήτησε από τους μαθητές του Χριστού που έμειναν πίσω να βγάλουν το δαιμόνιο από το γιο του αυτοί δεν τα κατάφεραν. Κάποιοι Άγιοι λένε ότι είναι επειδή ζήλεψαν τους τρεις. «Γιατί πήρε αυτούς, γιατί όχι εμάς;». Ενώ αν έβλεπαν με αγάπη την πράξη αυτή θα καταλάβαιναν ότι από τη ζήλια τους δεν μπορούσαν να θεραπεύσουν το παιδί. Η αγάπη είναι το αντίδοτο. Από όλα τα χαρίσματα είναι η αγάπη «Ζηλοῦται τά χαρίσματα τά κρείττονα» λέει ο Απόστολος Παύλος, τα χαρίσματα τα καλύτερα, τα ανώτερα δηλαδή.
Στη φύση κανένας δεν ζηλεύει κανένα. Καθένας ζει τη δική του ομορφιά χωρίς να ζηλεύει ο ένας τον άλλον. Η φύση μας διδάσκει ότι πρέπει να αγαπήσεις τον εαυτό σου και να δεις τα χαρίσματα σου και τα χαρίσματα του καθενός. Να ζηλεύεις το καλόν, αυτόν που προσφέρει στον άλλον ανιδιοτελώς.
«Σε ένα σώμα όλα τα μέλη έχουν τεράστια αξία» λέει ο Απόστολος Παύλος. Να πεις εγώ είμαι το κεφάλι, έχω τα μάτια, τη μύτη, το στόμα, τον εγκέφαλο. Ναι αλλά χωρίς τα πόδια δεν πάει πουθενά. Η πατούσα είναι αφανής, η μονίμως σκεπασμένη, μας μεταφέρει παντού. Όλοι είναι χρήσιμοι και άξιοι. Όπως και εμείς. Όλοι έχουν αξία και πρέπει να αγαπάμε τους άλλους. Όταν τιμήσεις τους άλλους που είναι εξίσου ή πιο λίγο χαρισματούχοι, αυτοί δεν θα ζηλέψουν, θα αγαπήσουν κι αυτοί. Η αγάπη προλαβαίνει το μικρόβιο της ζήλιας και να ταπεινώνεσαι γιατί τον ταπεινό δεν μπορεί να τον ζηλέψει κανείς, μόνο να τον αγαπάς. Μην νιώθεις αδικία ούτε μειονεξία. Θα βρεις το δικό σου χάρισμα, το δικό σου χώρο και άνθρωπο που θα ανθίσει αυτό που είσαι. Και θα βρεις μια παρέα που θα σε δεχτεί όπως είσαι.
Στον Τρισάγιο ύμνο, την προσευχή οι πατέρες λένε: «ὁ κτίσας τόν ἄνθρωπο καθ´ εἰκόναν σοῦ καί ὁμοίωσιν και παντί χαρίσματι κατακοσμίσα», μας καταστόλισες με χαρίσματα. Έχει απίστευτη ομορφιά. «ὁ διδοῦς ἐτούντι σοφία και σύνες», σ’ αυτόν δηλαδή που ζητά. Ζήτα! Αν ξέρει ότι θα το αντέξεις θα στο δώσει. Κάποιος στο Άγιο Όρος, πνευματικοπαίδι του γέροντα Παϊσίου διηγείται την παρακάτω ιστορία για τον Άγιο Παΐσιο: «Κάποτε ο γέροντας ήθελε να δει αν είχε αξία η προσφορά του στην εκκλησία. Είχε μια μικρή απογοήτευση και προσευχόμενος λέει στο Θεό: «Προσφέρω τίποτα, νιώθω ότι δεν κάνω τίποτα», θέλοντας να του δείξει ο θεός αν έχει το χάρισμα της προσφοράς που ο Θεός του το έκρυβε. Το είχε και δεν του το έδειχνε. Την επόμενη μέρα ξημερώνει και ήρθε κόσμος, πολύς κόσμος για να ευχαριστήσει τον Άγιο για τις προσευχές που έκανε και είδε το θαύμα. Μετά από λίγο σταματά να δέχεται κόσμο, αποσύρεται στην καλύβα του και ξαναρχίζει την προσευχή: « θεέ μου σταμάτα να μου στέλνεις κόσμο, να μου λέει ευχαριστώ γιατί θα πέσω στον εγωισμό. Ήταν καλύτερα όπως ήμουν που δεν ήξερα αν είχα ή όχι αυτό το χάρισμα, της προσφοράς». Είχε όμως το χάρισμα, δεν το ήξερε, το ζήτησε από το Θεό και το μετάνιωσε και έτσι του ζήτησε να το πάρει πίσω, να μπορούσε να το κρατήσει γιατί κινδύνευε η ψυχή του.
Γι’ αυτό να δεχτούμε αυτά που μας έδωσε και δεν τα έχουμε ανακαλύψει και να μην κοιτάμε συνέχεια τους άλλους. Σαν το παιδάκι που στο χωριό του ο πατέρας του είχε ζαχαροπλαστείο και πήγαινε κάθε μέρα στο σχολείο μένα μικρό κομμάτι γλυκό. Δεν του έδινε μεγαλύτερο για να μην λιγωθεί. Στο διάλειμμα έβλεπε τα άλλα παιδιά που έτρωγαν μεγάλα κομμάτια φτωχικών φαγητών, ψωμί σκέτο ας πούμε και έλεγε στον πατέρα του «δεν μ’ αρέσει που μου δίνεις αυτό το μικρό κομμάτι γλυκού. Τα άλλα παιδιά τρώνε μεγάλε κομμάτια, εγώ έχω τόσο μικρό», και του απαντούσε ο πατέρας του «εσύ τρως μικρό αλλά το δικό σου είναι ραβανί. Οι άλλοι τρώνε κουλούρι και ψωμί. Το ίδιο είναι; Εσύ τρως γλύκισμα που είναι πιο γλυκό και ωραίο. Ζηλεύεις τους άλλους;» Ζήλευε ενώ είχε. Είχε κάτι μεγάλο και ζήλευε κάτι πιο φτωχικό, μικρό.
Και εμείς πολλές φορές κοιτάμε τα χαρίσματα τα εξωτερικά και όχι αυτά που αξίζουν, όπως αυτό της ταπείνωσης, της ενώσεως, της αγάπης. Ο γέροντας Παΐσιος λέει ότι ο Θεός δεν αδικεί κανένα. Ήταν ένας δόκιμος στο μοναστήρι του μια φορά, που ήταν λέει πολύ ταπεινός, που όλοι τον σέβονταν, δεν τον ζήλευαν τον σέβονταν. Ακόμα και οι παππούδες όταν περνούσε σηκώνονταν όρθιοι. Τόσο πολύ τον σέβονταν. Κι όταν κάποιος είχε πρόβλημα του έλεγαν να κάνει προσευχή αυτός. Αυτό είναι ταπείνωση και αγάπη για τους άλλους. Και για το παππού είναι ταπείνωση να λέει στο νέο να προσευχηθεί για τον ίδιο. Ακόμα και ο γέροντας Παΐσιος όταν μια φορά είχε πόνους στο στήθος, εκείνον παρακάλεσε για να προσευχηθεί για εκείνον και αμέσως του πέρασαν οι πόνοι. Και αυτός δεν τον ζήλευε αλλά ζητούσε από το Θεό να δώσει στο νέο τη χάρη του Αγίου του και να δώσει σε αυτόν όλη τη χάρη του νέου.
Και όταν ο θεός βλέπει ότι δεν ζηλεύεις τότε θα σου δώσει και σένα όλη τη προκοπή των άλλων. Αν εγώ χαίρομαι για τα χαρίσματα σας τότε ο Θεός θα δώσει και σε μένα όλη τη χαρά που νιώθετε και εσείς.
Και πρέπει να καταλάβουμε ότι όλα ξεκινούν από το Θεό και όλα πρέπει να καταλήγουν σ’ αυτόν, υμνώντας τον «Πᾶσα δώσεις ἀγαθά καί πᾶν δώρημα τέλειον, ἄνωθεν ἐστί καταβαίνον». Και κάποτε θα έρθει η στιγμή που θα του εμπιστευτούμε τα πάντα και θα του ζητήσουμε μόνο να τον βλέπουμε και να είμαστε κοντά του. Γιατί τα χαρίσματα γι’ αυτή τη ζωή είναι.
Βασισμένο σε ομιλία του πατρός Ανδρέας Κονάνου "Μην ζηλεύεις, βρες το δικό σου χάρισμα"
από τη ραδιοφωνική εκπομπή "Αθέατα περάσματα"