Ο εκκλησιασμός

Ο ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΜΟΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ-ΔΙΗΓΗΣΗ

Πρίν ποῦμε τό θέμα πού θά συζητήσουμε σήμερα, θά ἤθελα νά σᾶς ἀναφέρω δύο ἀληθινά περιστατικά.

Τό πρῶτο συνέβη τό ἔτος 988 μ.Χ.. Ὁ ἡγεμόνας τῶν Ρώσων Βλαδίμηρος ἔστειλε μιά ἀντιπροσωπεία σέ διάφορα μέρη τοῦ κόσμου μέ ἀποστολή νά τοῦ φέρουν πληροφορίες γιά τίς διάφορες θρησκεῖες, ὥστε νά διαλέξει τήν καλύτερη. ῾Η ἀντιπροσωπεία αὐτή, ὅταν ἐπέστρεψε, ἀνήγγειλε στόν ἡγεμόνα ὅτι ἀπό ὅλα ὅσα εἶδαν καί ἄκουσαν, αὐτό πού τούς καταγοήτευσε ἦταν ἡ θεία Λειτουργία τῶν ᾿Ορθοδόξων στήν ῾Αγία Σοφία τῆς Κωνσταντινουπόλεως· «Δέν ξέρουμε ἄν βρισκόμασταν στή γῆ ἤ στόν οὐρανό», τοῦ εἶπαν χαρακτηριστικά[2] . Ὁ καθένας ἀπό ὅσους παρευρίσκονται στή θεία Λατρεία, ἀλλά καί ὅλοι μαζί ὡς ἕνα σῶμα προσφέρουμε διά τῆς θείας Εὐχαριστίας «Χριστόν ἐσφαγιασμένον ὑπέρ τῶν ἡμετέρων ἁμαρτημάτων» καί μέ τόν τρόπο αὐτό ἐκζητοῦμε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Κατά τήν θεία Λειτουργία οἱ πιστοί ἔχουν τήν εὐλογίαν νά κοινωνοῦν τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον». Μή λησμονοῦμε τόν λόγο τοῦ Κυρίου: «ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει, κἀγὼ ἐν αὐτῷ» (Ἰω. ς΄ 56).

γ) Μαζί μέ ὅλα αὐτά τά μεγάλα καί ἅγια, νά προσθέσουμε ὅτι ἡ θεία Λειτουργία εἶναι γεμάτη καί μέ ἱερά αἰτήματα (πνευματικά καί ὑλικά), τά ὁποῖα ὁ μικρός καί ἐνδεής ἄνθρωπος ζητεῖ ἀπό τόν οὐράνιο Πατέρα (θυμηθεῖτε τά «εἰρηνικά», τίς «ἐκτενεῖς δεήσεις», τά «πληρωτικά» καί τίς ἄλλες εὐχές καί ὕμνους).

2. Αὐτά περίπου καί δι’ ὀλίγων γίνονται κατά τήν θεία Λειτουργία. Τώρα ἀπομένει νά δοῦμε τό ἄλλο μέρος τοῦ θέματός μας: Ποιά εἶναι ἐκεῖνα πού δημιουργοῦν τά κύρια ἐμπόδια, ὥστε πολλοί ἄνθρωποι νά μήν ἐκκλησιάζονται; (...). (Ἄς ποῦν τά παιδιά τίς ἀπόψεις τους. Κυρίως θά τονισθοῦν τά ἑξῆς):

Τί θά βοηθήσει ἐξωτερικῶς στή συγκέντρωση αὐτή;(...)

῾Η παρακολούθηση τῆς Θείας Λειτουργίας ἀπό τό Λειτουργικό ἐγκόλπιο. ῞Οταν διαβάζουμε τό κείμενο καί βοηθούμαστε καί ἀπό τήν ἑρμηνεία του, τότε ἐννοοῦμε τά πράγματα, συγκεντρωνόμαστε, προσευχόμαστε καλύτερα.

Ἐπίσης βοηθεῖ τό νά διαλέξουμε ἕνα Ναό, ὅπου νά ὑπάρχει σχετική ἡσυχία, ἀποδοτικό ψάλσιμο, καλή τέλεση τῆς θείας Λειτουργίας. Καί μέσα στόν Ναό νά προτιμοῦμε μία ἥσυχη θέση ὅπου δέν θά περνᾶ πολύς κόσμος, δέν θά μᾶς σπρώχνουν, δέν θά ἀκούγονται συνομιλίες κλπ. Ὅλα αὐτά εἶναι βοηθητικά καί πρέπει νά τά ἐπιδιώκουμε.

Τό σημαντικότερο ὅμως εἶναι ἡ ἐσωτερική προετοιμασία: νά καθαρίζουμε τήν καρδιά μας ἀπό τούς μολυσμούς τῆς ἁμαρτίας καί νά ἀφήνουμε κατά μέρος τά περιττά βάρη τῶν καθημερινῶν προβλημάτων ὥστε ἡ θεία Χάρη νά βρίσκει μέσα μας χῶρο γιά νά κατασκηνώσει. Ὅσο περισσότερο διατηροῦμε τήν ψυχή μας ἁγνή καί καθαρή τόσο περισσότερα θά εἶναι τά δῶρα τοῦ Θεοῦ πού θά λαμβάνουμε ἀπό τή συμμετοχή μας στή Θεία Λειτουργία.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Παλαιότερα, γιά τούς Ἑβραίους ὑπῆρχε ἕνας μόνο Ναός, στά Ἱεροσόλυμα. Καί ξεκινοῦσαν οἱ εὐλαβεῖς προσκυνητές ἀπό πολύ μακρυά καί ἔκαναν ἱερές ἀποδημίες νά φθάσουν μετά ἀπό μέρες πολλές καί κόπους πολλούς στά Ἱεροσόλυμα, γιά νά λατρεύσουν ἐκεῖ τόν Θεό. Στόν δρόμο ἔψαλλαν διάφορες Ὠδές, πού ἔδειχναν τήν λαχτάρα τους, τήν εὐφροσύνη καί τή χαρά τους γιά νά ἔρθουν στίς αὐλές τῶν ἱερῶν σκηνωμάτων τοῦ Κυρίου «Εὐφράνθην ἐπί τοῖς εἰρηκόσι μοι· εἰς οἶκον Κυρίου πορευσόμεθα...» (Ψαλ. ρκα΄ 1). Πόσο περισσότερο πρέπει ἐμεῖς νά εὐφραινόμαστε καί νά χαιρόμαστε, ὅταν ἔρχεται ἡ ὥρα τοῦ ἐκκλησιασμοῦ, τῆς κοινῆς ὅλων τῶν ἀδελφῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν λατρείας πρός τόν Θεό! Καί πόσο ἀσύγκριτη εἶναι ἡ διαφορά μεταξύ τῆς δικῆς μας λατρείας καί ἐκείνης! Καί πόσο εὐκολότερο εἶναι νά βρεθοῦμε στόν δικό μας Ναό, παρ’ ὅ,τι οἱ Ἑβραῖοι στά Ἱεροσόλυμα...

Θά ἰσχύει λοιπόν καί γιά ἐμᾶς αὐτό πού ψάλλουμε στούς Ἀναβαθμούς κατά τόν Ὄρθρο: «Ἐπί τοῖς εἰρηκόσι μοι ὁδεύσωμεν εἰς τάς αὐλάς τοῦ Κυρίου, εὐφράνθη μου τό πνεῦμα, συγχαίρει ἡ καρδία» (Ἀντίφωνον Γ’, ἦχος α’).

 

ΣΥΝΘΗΜΑ: Μέ χαρά καί συναίσθηση πάντοτε στήν Ἐκκλησία.