Αυτοεκτίμηση

Οι ψυχολογικές »παγίδες» της μειωμένης αυτοεκτίμησης

Ακούμε συχνά πολλούς ανθρώπους να αμφισβητούν τον εαυτό τους, να υποτιμούν τις επιτυχίες τους και να επικεντρώνονται στο να ικανοποιούν μόνο τους άλλους, χωρίς να σκέφτονται τα δικά τους όνειρα και φιλοδοξίες. Ακόμα συχνότερα, παρατηρούμε ανθρώπους που, ενώ είναι επιτυχημένοι στην δουλειά τους και έχουν πληθώρα ταλέντων και δεξιοτήτων, αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους ως ανεπαρκή και ανάξιο τείνοντας να υποτιμούν τα θετικά σχόλια των γύρω τους και να αποδίδουν τις επιτυχίες τους μόνο στην τύχη ή σε εξωγενείς παράγοντες πέρα από τον εαυτό τους. Τί ακριβώς συμβαίνει και πώς μπορεί κάποιος να απαλλαγεί από τέτοιου είδους αντιλήψεις;

 

 

 

Ο καλύτερος τρόπος για να ξεκινήσετε να αισθάνεστε καλύτερα είναι πρώτα να δώσετε προσοχή στις αυτόματες ψυχολογικές και συναισθηματικές διεργασίες που πραγματοποιούνται στην καθημερινότητα σας και να βρείτε περισσότερο αποδεκτούς και λειτουργικούς τρόπους να σκέφτεστε και να συμπεριφέρεστε. Είναι άλλωστε γνωστό ότι η συνειδητή προσπάθεια αλλαγής παλιών συνηθειών, βοηθάει στην δημιουργία καινούριων νευρωνικών οδών στον εγκέφαλο λόγω της νευροπλαστικότητας του εγκεφάλου. Έτσι, εξασκώντας καινούριους τρόπους σκέψης και συμπεριφοράς, βοηθάμε τον εγκέφαλο να δημιουργήσει νέα νευρωνικά κυκλώματα και νέες περισσότερο λειτουργικές συνήθειες.

 

Νιώθοντας ενοχικά

 

Η ενοχή είναι ένα συναίσθημα που συνήθως το μαθαίνουμε από την παιδική μας ηλικία. Ακούμε συχνά τους γονείς να λένε: ‘ Εγώ δουλεύω όλη μέρα για να πληρώνω τα φροντιστήρια σου και νομίζεις πως έχεις και το δικαίωμα να παραπονιέσαι;’, ‘ Άλλα παιδιά στην Αφρική δεν έχουν να φάνε και εσύ μου λες ότι θέλεις να σου αγοράσω παιχνίδι;’. Οι περισσότεροι άνθρωποι θα εσωτερικεύσουν τέτοια μηνύματα και θα αισθάνονται συνεχώς ότι δεν είναι αρκετά καλοί να κάνουν κάτι ή ότι δεν θα έπρεπε να εκφράζουν αντίρρηση σε οτιδήποτε. Το συναίσθημα της ενοχής μας προστατεύει μόνο όταν πρόκειται να πληγώσουμε τους άλλους ή όταν προσβάλλονται βασικές αρχές της ηθικής μας. Και εκεί είναι που βρίσκεται η διαφορά μεταξύ τύψεων και ενοχών. Για παράδειγμα, αν πούμε ψέμματα σε κάποιον δικό μας ή συμπεριφερθούμε με εγωϊστικό τρόπο, οι τύψεις μπορούν να μας κινητοποιήσουν να σταματήσουμε να πληγώνουμε τον άλλον και να προσπαθήσουμε να συμφιλιωθούμε μαζί του, καθώς καταλάβαμε ότι φερθήκαμε άσχημα σε κάποιον άλλον σκόπιμα. Αντίθετα, όταν αισθανόμαστε ένοχοι, κάνουμε τις εξείς σκέψεις: ‘Έκανα κάτι που δεν θα έπρεπε να κάνω και αυτό σημαίνει ότι είμαι κακός άνθρωπος’. Παρατηρούμε δηλαδή ότι το αίσθημα της ενοχής έχει να κάνει με αυτοκατηγορία, πράγμα το οποίο μπορεί πολύ εύκολα να οδηγήσει σε κατάθλιψη και σε περαιτέρω διαιώνιση των αισθημάτων ενοχής.  Επίσης, υπάρχουν κάποια είδη ενοχής που είναι επίσης αναποτελεσματικά: 1) το να αισθανόμαστε ένοχοι ότι δεν κάναμε αρκετά για να βοηθήσουμε κάποιον άλλον, όταν ήδη έχουμε προσφέρει πολλά ή όταν παρατηρούμε ότι ο άλλος δεν παίρνει καμία ευθύνη να κάνει κάτι για αυτά που του συμβαίνουν, 2) όταν αισθάνομαστε ένοχοι επειδή έχουμε περισσότερα χρήματα από κάποιον άλλο, ή όταν έχουμε καλύτερες οικογενειακές ή φιλικές σχέσεις, ικανότητες, δεξιότητες, ταλέντα, και 3) όταν αισθανόμαστε ένοχοι για σκέψεις που μπορεί να κάνουμε όπως για παράδειγμα όταν ζηλεύουμε κάποιον.

 

Συνειδητοποιήστε λοιπόν ότι οι σκέψεις σας δεν μπορούν να πληγώσουν τους άλλους, παρά μόνο οι πράξεις σας. Βάλτε μια ημερομηνία λήξης στο ως πότε θα αισθάνεστε ένοχοι, καθώς ο χρόνος δεν γυρνάει πίσω και μόνο το παρόν μπορεί να διορθωθεί. Σκεφτείτε μήπως η ενοχή σας αντιστοιχεί σε κάποια από τα αναποτελεσματικά είδη ενοχών που αναφέρθηκαν και αξιολογήστε ρεαλιστικά κατά πόσο και αν είστε όντως ένοχοι. Τέλος, αξιολογείστε τις σκέψεις σας και σκεφτείτε αν αυτές οι σκέψεις εμπίπτουν σε κάποιο από τα γνωστικά σφάλματα. Για παράδειγμα υπάρχει περίπτωση να μεγεθύνουμε τις αρνητικές επιπτώσεις της συμπεριφοράς μας, να βάζουμε ταμπέλα στον εαυτό μας ως ‘κακό’ και να θεωρούμε τον εαυτό μας υπεύθυνο για κάτι που δεν έχουμε προκαλέσει.

 

Θεωρώντας τον εαυτό ως μια αποτυχία

 

Πολλοί αναφέρουν μία αίσθηση αποτυχίας όταν αναφέρονται στον εαυτό τους ή σε δραστηριότητες που ολοκλήρωσαν, είτε αυτά είναι πρότζεκτ στον επαγγελματικό χώρο, εργασίες ή εξετάσεις στον πανεπιστημιακό χώρο, είτε κατά την διάρκεια ενός ομαδικού σπορ ή παιχνιδιού γνώσεων. Αυτό είναι κάτι που μπορεί να παρατηρήσουν και οι άλλοι, αναφερόμενοι σε ντροπαλότητα, χαμηλή αυτοεκτίμηση και αποστασιοποίηση του ατόμου. Η αλήθεια είναι ότι όταν κάποιος πιστεύει ότι είναι αποτυχημένος ή ανίκανος, τότε αυτομάτως θα πιστεύει ότι και οι άλλοι πιστεύουν το ίδιο για αυτόν. Κοιτάζοντας λοιπόν μέσα από  τα ‘γυαλιά’ της αποτυχίας, όλα ερμηνεύονται ως αποτυχίες ακόμα και όταν υπάρχουν αντικειμενικά κριτήρια επιτυχίας. Αποτυγχάνουμε δηλαδή να δώσουμε προσοχή στα θετικά ελαχιστοποιώντας τα.

 

Το αίσθημα της αποτυχίας μπορεί να ξεκινάει από επικριτική και παρεμβατική στάση των γονέων ή ‘σημαντικών άλλων’ όπου συνεχώς υπήρχε επιβράβευση μόνο στα θετικά και επικριτικότητα στα αρνητικά. Μπορεί να υπήρχαν συγκρίσεις με άλλα παιδιά στον ακαδημαικό ή αθλητικό τομέα ή απουσία θετικών σχολίων στα δυνατά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας μας. Έτσι μεγαλώσαμε πιστεύοντας ότι μόνο το βέλτιστο αποτέλεσμα σημαίνει επιτυχία και ότι μόνο τότε είμαστε ικανοί και επαρκείς. Τα λάθη έγιναν ασυγχώρητα και κάθε δραστηριότητα έπρεπε να είναι απόλυτα επιτυχής για να ακούσουμε την επιβράβευση. Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση υπήρχε ματαίωση και κάθε φορά ενισχυόταν όλο και περισσότερο το φίλτρο της αποτυχίας. Το φίλτρο της αποτυχίας μπορεί να ενεργοποιείται σε διάφορες σημαντικές καταστάσεις στην ζωή μας όπως για παράδειγμα σε έναν χωρισμό, στο ότι δεν έχουμε κάποιον/α σύντροφο, στο ότι χρωστάμε πολλά λεφτά ή στο ότι δεν καταφέραμε να ολοκληρώσουμε μία εργασία. Από την στιγμή που θα ενεργοποιηθεί το φίλτρο της αποτυχίας, όλα ερμηνεύονται ως αποτυχίες θεωρώντας ότι έχουμε έλλειψη των προσόντων/ικανοτήτων που χρειάζονται για να επιτύχουμε τον σκοπό μας. Έτσι όλο αυτό λειτουργεί σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία καθοδηγώντας μας προς την αποτυχία. Μπορεί λοιπόν συνεχώς να αναβάλλουμε και να μην ολοκληρώνουμε την δουλειά που πρέπει στην ώρα της ή να γινόμαστε τελειοθηρικοί και να επικεντρωνόμαστε στις λεπτομέρειες, αντί να κοιτάξουμε την ουσία. Μπορεί να συμπεριφερόμαστε με ένα αμήχανο και ανασφαλή τρόπο στον επαγγελματικό μας χώρο ή να είμαστε απρόσεκτοι επειδή πιστεύουμε ότι έτσι κι αλλιώς δεν θα το κάνουμε σωστά. Ουσιαστικά, πιστεύουμε τόσο έντονα ότι θα αποτυχούμε, ώστε λειτουργούμε και με αυτό τον τρόπο σα να θέλουμε να επιβεβαιώσουμε αυτή την πεποίθηση.

Το πρώτο βήμα είναι να συνειδητοποιήσουμε σε ποιες περιπτώσεις ενεργοποιείται το φίλτρο της αποτυχίας. Στην συνέχεια, πρέπει να αποφύγουμε την ετικέτα της αποτυχίας. Όπως ακριβώς δεν υπάρχουν τέλειοι άνθρωποι, δεν υπάρχουν και αποτυχημένοι. Όλοι έχουμε επιτυχίες και αποτυχίες. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν να δίνουμε έμφαση στις επιτυχίες. Θα δούμε ότι οι αποτυχίες δεν είναι τόσο μεγάλες και τόσες πολλές όσο νομίζαμε.

 

Το να είμαστε τελειοθηρικοί

 

Είστε ο χειρότερος κριτής του εαυτού σας; Δεν υπάρχει τίποτα που να κάνετε τόσο σωστά ώστε να ικανοποιήσετε τα δικά σας υψηλά στάνταρ; Η τελειοθηρία αφορά ένα σύνολο συμπεριφορών το οποίο πηγάζει από την αντίσταση και ακαμψία του ατόμου στην αλλαγή των προσδοκιών του σε κάθε κατάσταση. Οδηγεί σε αμφισβήτηση των αποφάσεων μας, αναβλητικότητα, μία αίσθηση συνεχούς επαγρύπνησης και άγχους, παραίτηση και έλλειψη προσπάθειας και κινήτρων. Η τελειοθηρία μπορεί να οδηγήσει σε κατάθλιψη, αλλά και σε υπέρμετρο άγχος. Επίσης, πολλοί τελειοθηρικοί άνθρωποι αναφέρουν προβλήματα συγκέντρωσης, κόπωσης, ύπνου και προβλήματα στην διατροφή. Οι τελειοθηρικοί άνθρωποι αγαπούν τον εαυτό τους μόνο όταν τα πηγαίνουν καλά σε ό,τι κάνουν. Τα λάθη είναι απαγορευτική λέξη και το επίπεδο αυτοεκτίμησης εξαρτάται από το επίπεδο επιτυχίας και αποτελέσματος. Όμως, κανείς δεν μπορεί να έχει συνεχώς επιτυχίες και κανείς δεν μπορεί συνεχώς να τα πηγαίνει καλά σε ό,τι κάνει. Έτσι, η τελειοθηρία αρκετά συχνά οδηγεί σε ματαιώσεις, πτώση διάθεσης και επακόλουθες δυσλειτουργικές συμπεριφορές που επιβαρύνουν την σωματική, αλλά και την ψυχική υγεία.

 

Ξεκινήστε να αποφεύγετε δηλώσεις του ‘πρέπει’ και του ‘όλα ή τίποτα’. Δώστε χρόνο στον εαυτό σας να ολοκληρώσει βαθμιαία την δουλειά και μοιράστε τον κάθε στόχο σε μικρούς, επιμέρους στόχους που δεν θα είναι επιβαρυντικοί. Επιβραβεύστε τον εαυτό σας για κάθε μικρό στόχο που επιτυγχάνετε και σταματήστε να βλέπετε τα λάθη ως καταστροφή. Σκεφτείτε ότι όλοι οι ταλαντούχοι και διάσημοι άνθρωποι στον κόσμο, έχουν αποτύχει και έχουν κάνει πολλά λάθη στην καριέρα τους για να φτάσουν τόσο ψηλά. Επιτυχία δεν είναι η αποφυγή λαθών, αλλά η ανάκαμψη από τα λάθη και η συνεχής προσπάθεια για βελτίωση.

 

Συγκρίνοντας τον εαυτό μας με άλλους

 

Πολλές φορές συγκρίνουμε τους εαυτούς μας με άλλους και εξάγουμε συμπεράσματα για το πόσο επιτυχείς και σωστοί είμαστε βασιζόμενοι σε αυτές τις συγκρίσεις. Υπάρχουν οι συγκρίσεις με το καλύτερο (με ανθρώπους που φαίνεται να είναι σε καλύτερη οικονομική κατάσταση, ή να έχουν περισσότερες επιτυχίες, ή καλύτερη εμφάνιση κ.ο.κ.) και οι συγκρίσεις με το χειρότερο (με αυτούς που τα πάνε χειρότερα από εμάς). Συνήθως αισθανόμαστε καλά όταν κάνουμε τις συγκρίσεις με το χειρότερο και αισθανόμαστε άσχημα όταν κάνουμε τις συγκρίσεις με το καλύτερο. Το πρόβλημα είναι ότι δεν ξέρουμε τι ακριβώς συμβαίνει κάτω από την επιφάνεια στις ζωές των άλλων. Έτσι όταν συγκρινόμαστε με κάποιον, συγκρίνουμε τον δικό μας εσωτερικό κόσμο με τον εξωτερικό κόσμο του άλλου. Επίσης, υπάρχει το εξής οξύμωρο. Πολλοί εκατομμυριούχοι νιώθουν στερημένοι και θλιμμένοι επειδή δεν μπορούν να φτάσουν τους δισεκατομμυριούχους. Παντά θα υπάρχει και πάντα θα βρίσκουμε έναν τομέα στον οποίο τα πάμε καλύτερα ή χειρότερα από κάποιον άλλον. Μπορεί να έχει να κάνει με την εξωτερική εμφάνιση, αθλητικές δεξιότητες ή επαγγελματική καριέρα. Η σύγκριση προσθέτει πολύ πίεση, καθώς όλοι βρισκόμαστε σε διαφορετικές συνθήκες στην ζωή μας κάθε φορά. Αν και εσείς μπορούσατε να αντέξετε να έχετε καθημερινά ένα σεφ και έναν προσωπικό γυμναστή, πολύ πιθανόν και εσείς να είχατε το καλλίγραμο σώμα που έχουν οι σταρ του Χόλιγουντ.

Δυστυχώς, αρκετά συχνά οι γονείς συγκρίνουν τα παιδιά τους με άλλα παιδιά σε διάφορους τομείς της ζωής και ιδιαίτερα στις ακαδημαϊκές επιδόσεις. Τέτοιες συγκρίσεις όταν γίνονται επαναλαμβανόμενα και σταθερά, εγκαθιδρύονται και γίνονται αυτοεικόνα ( ‘Είσαι  καλός στα αθλήματα, αλλά η αδερφή σου είναι αυτή που έχει το μυαλό’). Οι συγκρίσεις αποτελούν υπεργενικεύσεις της πολυπλοκότητας και των ταλέντων που όλοι διαθέτουμε ως ανθρώπινα όντα. Η καλύτερη σύγκριση που μπορεί κάποιος να κάνει είναι να συγκρίνει τις γνώσεις ή τις δεξιότητες που κατέχει σήμερα με τις γνώσεις και δεξιότητες που κατείχε τον προηγούμενο μήνα ή χρόνο. Αυτό το είδος σύγκρισης μπορεί να βοηθήσει και να οδηγήσει το άτομο να αναπτύξει τις ικανότητες του στο βέλτιστο βαθμό.

 

Ικανοποίηση των άλλων και αναζήτηση επιβεβαίωσης

 

Οι συμπεριφορές αυτές απορρέουν από το γεγονός ότι κάποιος θέλει να αρέσει σε όλους και υπερτιμάει την γνώμη των άλλων με τίμημα τον χρόνο, την ενέργεια και την αυτοεκτίμηση του. Οι γονείς μπορεί να ήταν αλαζόνες, νάρκισσοι και συναισθηματικά κακοποιητικοί και έτσι στόχος του παιδιού για να επιβιώσει ήταν να τους επιβεβαιώνει και να τους ικανοποιεί σε ό,τι ζητούσαν. Έρευνες δείχνουν ότι τα παιδιά που έχουν κακοποιηθεί είναι πολύ πιο ικανά να αναγνωρίσουν τις εκφράσεις του προσώπου που δείχνουν θυμό σε σύγκριση με τα μη κακοποιημένα παιδιά. Σε ένα βαθύτερο επίπεδο, ο εγκέφαλος μπορεί να έχει ‘καλωδιωθεί’ με τέτοιο τρόπο ώστε να ικανοποιεί ή να εντυπωσιάζει τους άλλους για να μην θυμώσουν και τον χτυπήσουν συναισθηματικά ή σωματικά.

 

Ένας άλλος λόγος μπορεί να απορρέει από την ευαισθησία κάποιου στην απόρριψη. Έτσι μοναδική στρατηγική αυτού, για να μην απορριφθεί και αισθανθεί μειονεκτικά, είναι να προσπαθεί να ικανοποιεί τους άλλους και να αποφεύγει κάθε είδους τσακωμό ή αντιπαράθεση, αλλά και να εκτεθεί σε άλλους. Επιπρόσθετα, μπορεί κάποιος να έχει μεγαλώσει με γονείς που είχαν κατάθλιψη ή εξάρτηση από ουσίες και το μόνο που μπόρεσαν να κάνουν για να τραβήξουν την προσοχή τους ήταν να τους φροντίσουν και να τους καλύψουν οποιεσδήποτε συναισθηματικές ανάγκες είχαν. Η συμπεριφορά της ικανοποίησης των άλλων είναι και μία λάθος χρήση της ενσυναίσθησης. Επειδή κάποιος μπορεί να αισθανθεί πότε οι άλλοι δεν αισθάνονται καλά, δεν σημαίνει ότι πρέπει να τους κάνει να αισθανθούν καλά. Πάντα υπάρχει η επιλογή ώστε να ξεφορτωθούμε τα ‘πρέπει’. Σκεφτείτε μόνο τα κόστη που προκύπτουν από τέτοιου είδους συμπεριφορές και το στρες που προκαλείται στον εαυτό σας κάθε φορά που διαλέγετε να ικανοποιήσετε κάποιον άλλον σε βάρος των δικών σας στόχων. Έτσι, αυτή η δυσλειτουργική στρατηγική γυρνάει μπούμερανγκ και οδηγεί στο να αισθανόμαστε τύψεις και ενοχές κάθε φορά που κάποιος δεν μας συμπεριφέρεται σωστά. Θα έχουμε ακούσει πολλές φορές την φράση ‘Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί μου συμπεριφέρθηκε τόσο σκάρτα, από την στιγμή που εγώ έκανα τα πάντα για αυτόν και οτιδήποτε μου ζητούσε!’.

 

Ξεκινήστε να θέτετε τα όρια σας και να λέτε ‘όχι’ σε υπερβολικές απαιτήσεις. Με αυτό τον τρόπο θα μάθετε να αποδέχεστε κάποια βραχύχρονη δυσφορία με αντάλλαγμα μία μακροχρόνια ανακούφιση από το άγχος του να ενδίδετε σε οποιαδήποτε απαίτηση των γύρω σας. Βάλτε σε προτεραιότητα και φέρτε σε μια ισσοροπία τις ανάγκες των άλλων με τις δικιές σας. Θυμηθείτε ότι προυπόθεση για να είστε εσείς καλά, είναι πρώτα η δική σας καλή σωματική και ψυχική υγεία και μετά η υγεία των άλλων.

 

 

Τί είναι η Αυτοεκτίμηση;

Ο όρος αυτοεκτίμηση, αναφέρεται στην αξιολόγηση του εαυτού που κάνει και διατηρεί ένα άτομο. Περιλαμβάνει συμπεριφορές αποδοχής ή μη αποδοχής και σε ποιό βαθμό κάποιος αισθάνεται ότι αξίζει, ότι είναι ικανός, σημαντικός και αποτελεσματικός. Διαφέρει από την αυτοαντίληψη ή την αυτοεικόνα, τα οποία αναφέρονται στην εικόνα που έχει κάποιος για τον εαυτό του βασιζόμενος συνήθως, στο τί νομίζει ότι πιστεύουν οι άλλοι γι’ αυτόν. Ενώ ο ορισμός της αυτοεκτίμησης είναι γενικά αποδεκτός, κάποιοι ειδικοί προτείνουν κάποιους άλλους ορισμούς ελαφρά τροποποιημένους.
Ο Branden (1969) ορίζει την αυτοεκτίμηση σαν τον συνδυασμό της αυτο-εμπιστοσύνης και του αυτοσεβασμού, την πεποίθηση ότι κάποιος είναι ικανός να ζει και ότι του αξίζει η ευτυχία. Ο Briggs (1970), αναφέρει ότι η αυτοεκτίμηση είναι το συνολικό αποτέλεσμα των συναισθημάτων ενός ανθρώπου για τον εαυτό του, συμπεριλαμβανομένων της αίσθησης του αυτοσεβασμού και της αίσθησης ότι αξίζει. Οι Clemes and Ben (1981), ταυτίζουν την αυτοεκτίμηση με το συναίσθημα ικανοποίησης που υπάρχει όταν ικανοποιηθούν κάποιες ατομικές ανάγκες. Αυτό συμβαίνει μέσα από τον τρόπο που οι άνθρωποι χειρίζονται τα διάφορα θέματα που τους αφορούν ή όταν μπορούν να επηρεάσουν τα γεγονότα, λόγω των ικανοτήτων τους, καθώς επίσης και από το πώς επηρεάζονται οι ίδιοι από το περιβάλλον τους. Ο Copersmith (1967), αναφέρει ό

τι η έννοια του εαυτού είναι συγκεκριμένη, και αμύνεται στις αλλαγές. Ο William James (1980), ίσως ο ιδρυτής της ψυχολογίας της αυτοεκτίμησης, είχε προσδιορίσει τέσσερα θέματα του εαυτού: το φυσικό εαυτό, τον κοινωνικό εαυτό, το γνωστικό εαυτό και τον πνευματικό εαυτό, ενώ ο Adler (1969), βάσισε τη θεωρία του σ’ αυτό που θεώρησε σαν τη φυσιολογική προσπάθεια του ατόμου ν’ αποκτήσει ανωτερότητα μέσα από την επίτευξη των στόχων. Υποστήριξε ότι ο άνθρωπος έρχεται στον κόσμο σαν κατώτερο ον και προσπαθεί να γίνει ανώτερο, ενώ το κύριο κίνητρό του γι’ αυτή τη συμπεριφορά είναι η επίτευξη κάποιου στόχου.
Η αυτοεκτίμηση λοιπόν συνεχώς εξελίσσεται και αποτελεί το σύνολο των απόψεων που έχουμε για τον εαυτό μας, κάποια συγκεκριμένη στιγμή. Οι Steffenhagen και Borns (1987) υποστηρίζουν ότι η αυτοεκτίμηση λειτουργεί σε τρία επίπεδα: α) φυσικό β) πνευματικό γ) μεταφυσικό. Όταν η αυτοεκτίμηση είναι υψηλή εμφανίζονται 18 παράγοντες μεταξύ των οποίων η ελαστικότητα, η παραγωγικότητα, η προσαρμοστικότητα, το κοινωνικό ενδιαφέρον και η επιτυχία.
Για τους δικούς μας σκοπούς, θα ορίσουμε την αυτοεκτίμηση ως: το βαθμό της ικανοποίησης που αισθάνεται κάποιος για τον εαυτό του, την αναγνώριση της προσωπικής του αξίας ή την εκτίμηση των προσπαθειών του και την εμπιστοσύνη στις δυνατότητές του. Αυτό δε σημαίνει ικανοποίηση εις βάρος των άλλων: η αυτοεκτίμηση δεν δημιουργείται μέσα από τον ανταγωνισμό με τους άλλους, ούτε είναι η καταγραφή των επιτυχιών και των αποτυχιών του. Βασίζεται περισσότερο στο αίσθημα της ικανότητας να λειτουργήσει κάποιος αποδοτικά στο μέλλον και όχι στην ικανοποίηση για τα επιτεύγματα του παρελθόντος. Η αυτοεκτίμηση διευκολύνει όλα τα θέματα της ζωής βοηθώντας στην αύξηση της ατομικής παραγωγικότητας και στη δημιουργία ικανοποιητικών διαπροσωπικών σχέσεων. Τα παιδιά προσπαθούν να επιτύχουν σε τομείς τους οποίους οι γονείς θεωρούν σημαντικούς. Συνεπώς, όταν οι γονείς εκτιμούν την ακαδημαϊκή επιτυχία, το επίπεδο της αυτοεκτίμησης των παιδιών, επηρεάζεται από τους βαθμούς και το επίπεδο της ακαδημαϊκής επιτυχίας τους. Εάν δεν καταφέρουν να πραγματοποιήσουν τις απαιτήσεις των γονιών, τότε αισθάνονται ανεπαρκή. Φτάνοντας στην εφηβεία, ο στόχος αλλάζει και τώρα πια οι αρχές της ομάδας - φίλων έχουν πρωταρχικό ρόλο, κάτι που μπορεί να δημιουργήσει αναστάτωση και διαταραχές στο σπίτι. Η βάση της αυτοεκτίμησης μεταφέρεται από τις γονεϊκές αρχές, στις αξίες της ομάδας - φίλων και τέλος στις προσωπικές αξίες, αυτές που έχει αποδεχθεί το άτομο. 
Η ακαδημαϊκή επιτυχία και η αναγνώριση στην τάξη, δεν έχει κάποια επίδραση στην αυτοεκτίμηση του μαθητή, εάν αυτός έχει σαν αποκλειστικό στόχο του την αποδοχή και αναγνώριση των συνομηλίκων του. Το επίπεδο, λοιπόν, της αυτοεκτίμησης συνεχώς εξελίσσεται και αλλάζει, και εξαρτάται από τις αποφάσεις που παίρνονται και τις επιλογές που γίνονται.
Τέλος, η αυτοεκτίμηση είναι ο βασικός, καθοριστικός παράγοντας για κάθε απόφαση που παίρνει ο μαθητής. Εάν ο μαθητής αισθάνεται άνετα σε κάποιο μαθησιακό περιβάλλον, θα είναι ανοιχτός και διατεθειμένος να αποδεχθεί την πρόκληση και θα συμβάλλει ολόψυχα στην μάθηση. Εάν όμως ο μαθητής έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση, αισθάνεται ότι απειλείται, ή προβλέπει λίγες πιθανότητες επιτυχίας, το πιθανότερο είναι ότι θα προσπαθήσει ν’ αποφύγει την πρόκληση, “το μάθημα,” θα βρει κάποιον άλλο να κάνει τις εργασίες του ή θα καταβάλλει ελάχιστη προσπάθεια.

 

Η έννοια της αυτοεκτίμησης

Ως αυτοεκτίμηση μπορούμε να ορίσουμε τη συνολική εικόνα του εαυτού. Την αντίληψη που έχουμε για εμάς τους ίδιους, για τις ικανότητές μας, τα ταλέντα μας, την εμφάνισή μας, τα επιτεύγματά μας, τα συναισθήματά μας. Σχετίζεται με την εμπιστοσύνη προς τον εαυτό, την αποδοχή, τον σεβασμό και την εκτίμηση προς εμάς τους ίδιους. Η αυτοεικόνα, δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας και η αυτογνωσία, δηλαδή η ρεαλιστική ή μη γνώση των δυνατοτήτων και των προσόντων μας λειτουργούν συμπληρωματικά στην ανάπτυξη της αυτοεκτίμησης. Διαχωρίζεται σε υψηλή ή χαμηλή αυτοεκτίμηση ανάλογα με την πεποίθηση που υιοθετούμε για την εικόνα μας.

 

Ως αυτοεκτίμηση μπορούμε να ορίσουμε τη συνολική εικόνα του εαυτού. Την αντίληψη που έχουμε για εμάς τους ίδιους, για τις ικανότητές μας, τα ταλέντα μας, την εμφάνισή μας, τα επιτεύγματά μας, τα συναισθήματά μας. Σχετίζεται με την εμπιστοσύνη προς τον εαυτό, την αποδοχή, τον σεβασμό και την εκτίμηση προς εμάς τους ίδιους. Η αυτοεικόνα, δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας και η αυτογνωσία, δηλαδή η ρεαλιστική ή μη γνώση των δυνατοτήτων και των προσόντων μας λειτουργούν συμπληρωματικά στην ανάπτυξη της αυτοεκτίμησης. Διαχωρίζεται σε υψηλή ή χαμηλή αυτοεκτίμηση ανάλογα με την πεποίθηση που υιοθετούμε για την εικόνα μας.

Πολύ σύντομα να αναφέρουμε ότι η αυτοεκτίμηση ξεκινά να αναπτύσσεται από τη βρεφική ακόμα ηλικία και από τις σχέσεις που δημιουργούνται μέσα στη οικογένεια. Οι υποστηρικτικοί γονείς που επαινούν τα παιδιά τους και τους παρέχουν κλίμα ασφάλειας και αγάπης είναι πολύ πιθανό να μεγαλώσουν παιδιά με υψηλότερη αυτοεκτίμηση. Στην αντίθετη περίπτωση, όταν δηλαδή τα συγκρίνουν με «τρίτους», οι οποίοι θεωρούνται καλύτεροι ή πιο επιτυχημένοι, όταν υποτιμούν την προσπάθεια ή γίνονται ιδιαίτερα αυστηροί και επικριτικοί, αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες να καλλιεργήσουν χαμηλότερο αίσθημα αυτοεκτίμησης στα παιδιά τους. Η μετέπειτα πορεία του ατόμου, η συναναστροφή του με φίλους, συμμαθητές, συναδέλφους και η αντιμετώπισή του από το κοινωνικό σύνολο μπορεί να επηρεάσει θετικά ή αρνητικά την ανάπτυξη της αυτοεκτίμησής του.

Στα άτομα που εμφανίζουν χαμηλή αυτοεκτίμηση μπορούμε να παρατηρήσουμε τα παρακάτω χαρακτηριστικά:

Ανασφάλεια και αίσθημα κατωτερότητας: θεωρούν τον εαυτό τους πάντα χειρότερο από τους άλλους και εστιάζουν στα αρνητικά τους χαρακτηριστικά

Ανάγκη για συνεχή επιβράβευση και επιβεβαίωση από άλλα άτομα: αναζητούν την επιβράβευση τρίτων προκειμένου να συνεχίσουν ή να αισθανθούν ικανοποίηση

Έντονη απογοήτευση μετά από αρνητική κριτική: σκέφτονται συνεχώς τον αρνητικό σχολιασμό, δυσκολεύονται να τον ξεπεράσουν και τους προκαλεί άγχος

Δυσκολία στην έκφραση των συναισθημάτων και των προσωπικών απόψεων: προτιμούν να μην εκφράζουν προσωπικές απόψεις και συναισθήματα για να μην έρθουν σε αντιπαράθεση με τους άλλους

Έντονο άγχος και δυσκολία συναναστροφών: δυσκολεύονται να συνάψουν σχέσεις γιατί νιώθουν ότι θα εκτεθούν

Δυσκολία να πουν «όχι»: θεωρούν ότι θα δυσαρεστήσουν τους άλλους

Εντοπίζουν τα αρνητικά συναισθήματα και την κακή διάθεση των άλλων: νιώθουν ότι δεν είναι οι μόνοι που αισθάνονται άσχημα

Προσπαθούν συνεχώς να ευχαριστήσουν τους άλλους: μέσω της αναγνώρισής τους από τρίτους αισθάνονται ότι αξίζουν

Τα άτομα με υψηλή αυτοεκτίμηση χαρακτηρίζονται από τα εξής:

Δεν νιώθουν εξαρτημένοι από τους άλλους: υποστηρίζουν τις επιλογές τους και έχουν το θάρρος της γνώμης τους

Βιώνουν περισσότερες επιτυχίες: δεν φοβούνται την αποτυχία και διδάσκονται από αυτήν

Παίρνουν πρωτοβουλίες και δοκιμάζουν νέα πράγματα: τολμούν να πρωτοπορήσουν αφού αναλαμβάνουν την ευθύνη για τις πράξεις τους

Δέχονται την αρνητική κριτική: έχουν εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και αντιλαμβάνονται την κριτική ως ευκαιρία βελτίωσης

Δέχονται φιλοφρονήσεις και θετικά σχόλια και ταυτόχρονα τα ανταποδίδουν: νιώθουν ασφαλείς και διαθέτουν αυτογνωσία

Αναλαμβάνουν τις ευθύνες που τους αναλογούν: δεν θυματοποιούνται αισθανόμενοι υπεύθυνοι για καθετί αρνητικό

Έχουν τον έλεγχο της ζωής τους: διεκδικούν την ευτυχία τους και δεν ενοχοποιούν πάντα άλλους παράγοντες που τους εμποδίζουν να πετύχουν

Είναι υπεύθυνοι και ανεκτικοί: διαχειρίζονται καλύτερα τον χρόνο τους, ολοκληρώνουν τις υποχρεώσεις τους και δείχνουν κατανόηση

 

Πώς μπορούμε να ενισχύσουμε την αυτοεκτίμησή μας;

Εστιάστε στα θετικά σας στοιχεία: μη βλέπετε μόνο αρνητικές εμπειρίες και αποτυχίες. Κάθε άνθρωπος έχει προτερήματα και αυτά πρέπει να βγάλουμε στην επιφάνεια.

Καταγράψτε τα επιτεύγματα σας: επιχειρήστε να δείτε τις επιτυχίες σας σε κάθε πτυχή της ζωή σας. Η καταγραφή τους θα σας κάνει να τα συνειδητοποιήσετε και να νιώσετε σημαντικοί για όσα πετύχατε.

Προσπαθήστε να εκφράζετε τις ανάγκες σας χωρίς να χρειάζεται να απολογηθείτε: κάθε άνθρωπος είναι μοναδικός και ξεχωριστός. Έχετε το δικαίωμα να θέλετε κάτι χωρίς απαραίτητα να συμφωνούν όλοι οι υπόλοιποι.

Σκεφτείτε πώς θα θέλατε να είστε ή τι θα θέλατε να πετύχετε και βάλτε στόχους: δώστε κίνητρο στον εαυτό σας και επιτρέψτε του τη βελτίωση. Η παραδοχή των μειονεκτημάτων είναι δύναμη και όχι αδυναμία

Ανεξαρτητοποιηθείτε και μη συγκρίνετε τον εαυτό σας με άλλους: έχετε τη δική σας προσωπικότητα και μπορείτε να κάνετε τις δικές σας επιλογές. Εστιάστε στην ευχαρίστηση και στην αίσθηση ελευθερίας που σας δίνει αυτή η οπτική χωρίς να περιμένετε πάντα την επιβεβαίωση των άλλων.

Επιλέξτε τα άτομα που σας περιβάλλουν και βρείτε εκείνους που σας κάνουν να νιώθετε όμορφα: όπου υπάρχει η δυνατότητα επιλογής επιχειρήστε να προσεγγίσετε άτομα που σας αποδέχονται και περνάτε ωραία.

Δείτε τα πράγματα διαφορετικά: δείτε τα αισιόδοξα, δείτε τα θετικά. Κάθε νόμισμα έχει δυο πλευρές, επιμείνετε στη θετική οπτική και επωφεληθείτε από κάθε σας εμπειρία.

Όλοι μας έχουμε βρεθεί τουλάχιστον μια φορά στη ζωή μας σε δύσκολη θέση όπου κλονίζεται η εμπιστοσύνη στις δυνατότητές μας, αναζητούμε την επιβεβαίωση των άλλων ή νιώθουμε αβάσταχτο το βάρος μιας αποτυχίας. Σκεφτείτε αν έχετε «τιμωρήσει» ποτέ τον εαυτό σας για μια αποτυχία κρίνοντας τον αυστηρά ή υποτιμώντας τον. Αν έχετε μπει σε διαδικασία σύγκρισης με άλλους τους οποίους θεωρείτε πολύ καλύτερους και πιο ευτυχισμένους από εσάς. Αν έχετε προσπαθήσει να ανταποκριθείτε στις προσδοκίες τους για να εισπράξετε τα θετικά τους σχόλια. Σκοπός μας δεν είναι να εξαφανίσουμε τα συναισθήματα, ούτε είναι εφικτό να ζούμε μόνο καλές και θετικές καταστάσεις. Το όφελος μας είναι να τα συνειδητοποιούμε, να τα διαχειριζόμαστε και να εξελισσόμαστε. Μη ξεχνάτε ότι επιτυχημένος δεν είναι αυτός που δεν κάνει λάθη, αλλά αυτός που κάνει λάθη και μαθαίνει από αυτά.

Να είστε καλά και να σκέφτεστε θετικά!

 

Ας δούμε αρχικώς τι είναι και πώς ορίζεται η αυτοεκτίμηση με απλά λόγια. Αφορά πρωτίστως την αξία που αποδίδουμε στον εαυτό μας Σχετίζεται με την αγάπη, την στήριξη και την αναγνώριση που λαμβάνουμε ή όχι από τους σημαντικούς άλλους της ζωής μας. Αποτελεί μια ένδειξη για το πόσο εκτιμούμε τον εαυτό μας, πόσο τον αγαπάμε. Παρόμοιοι όροι είναι ο αυτοσεβασμός και η αυτοπεποίθηση

Η αυτοεκτίμηση σχετίζεται με την αυτό-εικόνα μας το πώς δηλαδή βλέπουμε τον εαυτό μας

Η αυτοεκτίμηση σχετίζεται με την αυτο-γνωσία, πόσο καλά γνωρίζουμε τον εαυτό μας, με τα θετικά και αρνητικά του στοιχεία

Η αυτοεκτίμηση σχετίζεται με την αυτο-πεποίθηση πόσο όμορφα αισθανόμαστε με τον εαυτό μας και ειδικά όταν είμαστε μόνοι μας

Η αυτοεκτίμηση σχετίζεται με την αυτο-αποδοχή κατά πόσο αποδεχόμαστε αυτό που είμαστε. Αυτό αποτελεί για πολλούς και το πιο δύσκολο κομμάτι.

Αφού έχουμε λοιπόν έναν ορισμό για την έννοια της αυτοεκτίμησης, ας δούμε τώρα τους πιο συνηθισμένους τρόπους, με τους οποίους αποθαρρύνουμε τον εαυτό μας και τους άλλους αρκετά συχνά στη ζωή μας:

Υπερβολικά υψηλές προσδοκίες και στόχοι

Είναι σημαντικό να καταλάβουμε τη διαφορά ανάμεσα στην ανθρώπινη τάση να κινούμαστε προς την τελειότητα (γνωρίζοντας ότι δεν μπορούμε να τη φτάσουμε, καθώς δεν υπάρχει) και στην ανάγκη να είμαστε τέλειοι (πιστεύοντας ότι μονάχα η τελειότητα θα μας εξασφαλίσει την αξία μας σαν άτομα). Στη δεύτερη περίπτωση δε θα είμαστε ποτέ ευχαριστημένοι από τον εαυτό μας και από τη ζωή γενικότερα.

Υπερβολική έμφαση στον ανταγωνισμό

Εκείνο που είναι καλό να έχουμε υπόψη μας είναι ότι, όταν ανταγωνιζόμαστε τον ίδιο μας τον εαυτό για να γίνουμε καλύτεροι, αντί να ανταγωνιζόμαστε τους άλλους, έχουμε μεγαλύτερες πιθανότητες να εξελιχθούμε σαν άτομα. Παράλληλα όμως οφείλουμε να είμαστε προετοιμασμένοι να δεχθούμε μια ενδεχόμενη αποτυχία. Εδώ περιλαμβάνεται και η τάση πολλών γονέων να συγκρίνουν τα παιδιά τους με άλλα μια συνήθεια που επηρεάζει αρνητικά την ανάπτυξη της αυτοεκτίμησης ενός παιδιού.

Έμφαση και διαρκής ενασχόληση με τα λάθη

Ένα λάθος μας δείχνει τι να αποφύγουμε και μας ωθεί να σκεφτούμε πιθανούς τρόπους αντιμετώπισης. Μας βάζει να σκεφτούμε εναλλακτικούς τρόπους αντιμετώπισης μιας κατάστασης, ενός προβλήματος. Δυστυχώς πολύ δίνουμε μεγάλη αξία στα λάθη. Είναι αυτά που θυμόμαστε περισσότερο και στοιχειώνουν έντονα την ύπαρξη. Τα λάθη είναι ανθρώπινα, και ενίοτε ωφέλιμα, αρκεί να έχουμε μια θετική στάση απέναντι τους και να μην μένει το συναίσθημα που απορρέει από αυτά στη μνήμη μας.

Αρνητικές προσδοκίες

Μας αποθαρρύνουν καθώς προβάλλουμε τις φανταστικές τις περισσότερες φορές ανησυχίες μας και οδηγούμαστε σε αυτό που αρχικά φοβόμασταν, στο γεγονός ότι δε θα τα καταφέρουμε (αυτοεκπληρούμενη προφητεία). Αρκετοί άνθρωποι συχνά μπαίνουν στην διαδικασία να σκέφτονται τρομερά αρνητικά σενάρια σαν μια προσπάθεια προετοιμασίας αν όντος συμβεί κάτι τέτοιο…και αν δεν συμβεί έτσι; Καταναλώνουν ενέργεια, χαλούν την διάθεση τους μερικές φορές για μέρες και το κακό που είχαν φανταστεί δεν συνέβη.

Ο Rudolf Dreikurs, ισχυρίζεται ότι για να ενθαρρύνουμε και να αποδεχθούμε τον εαυτό μας πρέπει αρχικά να αναπτύξουμε το θάρρος να μην είμαστε τέλειοι γεγονός που σημαίνει ότι πρέπει πρώτα να δεχθούμε τις δικές μας ατέλειες και αδυναμίες και στη συνέχεια τις ατέλειες και τις αδυναμίες των άλλων. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε τη διάθεση να αξιολογήσουμε τη συμπεριφορά και τις πράξεις μας, αφού τις διαχωρίσουμε από την αξία μας σαν άτομα.

 

• Τι είναι η αυτοεκτίμηση;
Αυτοεκτίμηση = εαυτός και εκτίμηση, ο βαθμός στον οποίο εκτιμούμε, σεβόμαστε και αποδεχόμαστε τον εαυτό μας
Η αυτοεκτίμηση περιλαμβάνει και την αυτοπεποίθηση, που είναι η πίστη στις δυνάμεις και στις ικανότητες μας, αλλά δεν περιορίζεται σε αυτήν, είναι πιο ευρεία έννοια και πιο καθοριστική για τη ψυχική μας ισορροπία και ευτυχία.
Η αυτοεκτίμηση μπορεί να είναι ψηλή ή χαμηλή.

• Ψηλή αυτοεκτίμηση = Αγάπη, σεβασμός, κατανόηση, φροντίδα και αποδοχή του εαυτού μας, γενικότερη ευχαρίστηση με αυτό που είμαστε, με τα θετικά και τα αρνητικά μας στοιχεία, η αίσθηση ότι αξίζουμε καλά πράγματα στη ζωή, ανεξάρτητα από αντικειμενικά προσόντα, γνώσεις και ικανότητες.

 

• Είναι η ψηλή αυτοεκτίμηση ναρκισσισμός;
Όχι! Ναρκισσισμός είναι η παθολογική αγάπη προς τον εαυτό, η οποία συνοδεύεται από εγωκεντρισμό και μια μη ρεαλιστική αυτοεικόνα, σύμφωνα με την οποία το ναρκισιστικό άτομο είναι τέλειο. Κατά βάθος κρύβεται χαμηλή αυτοεκτίμηση, συναισθηματική στέρηση και δυσκολία δημιουργίας συναισθηματικών δεσμών με τους άλλους.

 

• Πώς εκδηλώνεται η ψηλή αυτοεκτίμηση;
Με φροντίδα της σωματικής και ψυχικής μας υγείας (π.χ. υγιεινή διατροφήάσκηση, επιδίωξη στόχων και ενδιαφερόντων), υγιείς σχέσεις, ψυχική ηρεμία.

 

• Χαμηλή αυτοεκτίμηση = Έλλειψη ικανοποιητικής αγάπης, σεβασμού και εκτίμησης προς τον εαυτό μας, συναισθήματα μειονεξίας και κατωτερότητας, γενικευμένο αίσθημα δυσαρέσκειας με τον εαυτό μας, η αίσθηση ότι δε δικαιούμαστε και δεν αξίζουμε πολλά στη ζωή και στις σχέσεις μας.

 

• Πώς εκδηλώνεται η χαμηλή αυτοεκτίμηση;
Με αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές όπως το κάπνισμα, κατάχρηση ουσιών, ανορεξία, επικίνδυνες για τη ζωή και την ασφάλεια συμπεριφορές, τελειομανία, άγχοςκατάθλιψηφοβίες, παθητικότητα και αποδοχή περιφρόνησης, εκμετάλλευσης και κακομεταχείρισης (π.χ. ανοχή κοροϊδίας, βίας κλπ).

 

• Πότε δημιουργείται η αυτοεκτίμηση;
Όταν αρχίζει να δημιουργείται ο εαυτός, δηλαδή όταν το βρέφος αντιληφθεί ότι δεν είναι πια ένα με τη μητέρα αλλά ξεχωριστή οντότητα, αρχίζει να σχηματίζει και την αυτοεικόνα του. Χρονικά αυτό γίνεται περίπου στους 12-18 μήνες ζωής και συνεχίζει μέχρι το τέλος της εφηβείας.
Όσο πιο ψηλή αυτοεκτίμηση έχει ένα παιδί, τόσο πιο εύκολα γίνεται ένας έφηβος και στη συνέχεια ενήλικας με ψηλή αυτοεκτίμηση.
Η χαμηλή αυτοεκτίμηση διορθώνεται, αλλά όσο πιο νωρίς ξεκινήσουν και όσο πιο έντονα είναι τα προβλήματα της τόσο πιο δύσκολα γίνεται αυτό.

 

• Ποιοι παράγοντες καθορίζουν την ανάπτυξη της αυτοεκτίμησης;
- Η σχέση του παιδιού με τους πρωταρχικούς φροντιστές του: ο τρόπος φροντίδας και η ποιότητα της μεταξύ τους σχέσης
- Η ταύτιση του παιδιού με τους γονείς του
- Η σχέση κάθε γονέα με τον εαυτό του, με τον άλλο γονέα και άλλους ανθρώπους
- Η αξιολόγηση των σημαντικών άλλων για το άτομο μας (οικογένεια, δάσκαλοι, φίλοι)
- Οι συγκρίσεις που κάνουμε του εαυτού μας με τους άλλους
- Επηρεασμός από την κουλτούρα στην οποία ζούμε (π.χ. προσδοκίες)
- Βαθμός στον οποίο αποκτούμε συγκεκριμμένες ικανότητες (ανάπτυξη αυτοπεποίθησης)
- Σωματική υγεία και εμφάνιση

 

• Πώς δημιουργείται η ψηλή αυτοεκτίμηση;
Ο καθοριστικότερος παράγοντας στη δημιουργία της αυτοεκτίμησης είναι η προσωπικότητα και συμπεριφορά των γονέων προς το παιδί, αφού όπως είπαμε η ανάπτυξη της αυτοεκτίμησης αρχίζει από τη νηπιακή ηλικία. Όσο μεγαλώνει το παιδί, άλλα άτομα αρχίζουν να παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του παιδιού, όπως άλλοι συγγενείς, δάσκαλοι, συνομήλικοι, χωρίς όμως να υποκαθιστούν το βασικό ρόλο των γονέων, στους οποίους το παιδί και ο έφηβος εξακολουθούν να βασίζονται πρακτικά και συναισθηματικά. Όταν οι σημαντικοί άλλοι για το παιδί (συνήθως οι γονείς) το γνωρίζουν πραγματικά, το αποδέχονται όπως είναι – έστω και αν κάποια πράγματα δεν αρέσουν στους ίδιους – το κατανοούν, το στηρίζουν, του δείχνουν τρυφερότητα, υπομονή και το κάνουν να νιώθει προτεραιότητα γι’ αυτούς, το παιδί ή έφηβος σχηματίζει μια θετική εικόνα για τον εαυτό του.
Ο βαθμός στον οποίο οι γονείς σέβονται τα συναισθήματα, τις ανάγκες και την προσωπικότητα του παιδιού τους και πιστεύουν σ’ αυτό καθορίζει το βαθμό στον οποίο το ίδιο το παιδί θα αγαπά τον εαυτό του και θα πιστεύει στις ικανότητές του.
Για να γίνει αυτό, χρειάζεται συνήθως και ο γονιός να έχει ο ίδιος ψηλή αυτοεκτίμηση, καλές σχέσεις και στήριξη στο ρόλο του.

 

• Πώς προκαλείται η χαμηλή αυτοεκτίμηση;
Όταν οι γονείς για διάφορους λόγους, αδυνατούν να αντεπεξέλθουν ικανοποιητικά από άποψη αυτοεκτίμησης, στις ανάγκες των παιδιών τους. Τέτοιοι λόγοι είναι:
- Συχνές και / ή παρατεταμένες απουσίες από την οικογένεια για οποιονδήποτε λόγο (π.χ. ασθένεια, εργασία), κατά τις οποίες το παιδί νιώθει ότι δε μπορεί να στραφεί στο γονιό για στήριξη και καθοδήγηση και κάνει διάφορες υποθέσεις για την απουσία του


Άγχος και ανασφάλεια των γονέων – για λόγους υγείας, οικονομικούς, σχέσεων ή άλλους – που μεταφέρονται μέσω παραδείγματος και ταύτισης στα παιδιά


- Χαμηλή αυτοεκτίμηση των γονέων: οι ίδιοι δυσκολεύονται να αποδεχθούν τον εαυτό τους και κατ’ επέκταση δυσκολεύονται συνήθως να το κάνουν και με τα παιδιά τους


- Υπερ-προστατευτικότητα: όταν τα παιδιά στερούνται ευκαιρίες να αναλάβουν ευθύνες, να πάρουν αποφάσεις και να χειριστούν δυσκολίες επειδή οι γονείς φοβούνται να τα αφήσουν να το πράξουν, αισθάνονται ανίκανα και ανάξια


- Επικριτικότητα: Όταν οι γονείς ασκούν κριτική στα παιδιά τους με αρνητικούς χαρακτηρισμούς, συγκρίσεις και άλλα που κάνουν με καλές προθέσεις, το παιδί εισπράττει άθελα τους το μήνυμα ότι δε γίνεται αποδεκτό και άρα δεν αξίζει


- Ασταθής και απρόβλεπτη συμπεριφορά, όπως στις περιπτώσεις όπου λόγω ιδιοσυγκρασίας, κούρασης, συζυγικών και άλλων προβλημάτων, ο γονιός κάποτε συμπεριφέρεται με τρυφερότητα, υπομονή και κατανόηση προς το παιδί, ενώ άλλοτε ξεσπά με θυμό και προσβολές


- Έντονη αυστηρότητα: Τα παιδιά χρειάζονται οριοθέτηση, η οποία σημαίνει πρακτικά τη διδασκαλία μέσω παραδείγματος συμπεριφορών που σέβονται τα όρια τα δικά μας και των άλλων. Η υπερβολική αυστηρότητα όμως, οι συχνές και αυστηρές τιμωρίες παράγουν παιδιά με θυμό, έντονο αίσθημα αδικίας, αλλά και προβλήματα αυτοαποδοχής.


- Υπερβολικές προσδοκίες, όπως στην περίπτωση που οι γονείς ευχαριστιούνται μόνο με αριστεία, αδυνατούν να αναγνωρίσουν οποιεσδήποτε δυσκολίες και περιορισμούς του παιδιού τους λόγω ηλικίας, ρυθμού ανάπτυξης, χαρακτήρα, προτιμήσεων


- Σωματική και σεξουαλική βία: Η βία ενός γονιού προς το παιδί του μπορεί να εξηγηθεί και να γίνει κατανοητή, αλλά ποτέ αποδεκτή. Επιφέρει σοβαρά τραύματα στον ψυχισμό του παιδιού και ένα από αυτά είναι η πρόκληση χαμηλής αυτοεκτίμησης


- Παραμέληση, σωματική ή ψυχολογική, για οποιονδήποτε λόγο, κάνει το παιδί να αισθάνεται περιττό, ενοχλητικό, ανάξιο να αγαπηθεί, όχι μόνο από τους γονείς του, αλλά και από οποιονδήποτε


Τα παιδιά με κάποια μορφή διαφορετικότητας, είτε αυτή αφορά στην εμφάνιση τους (χρώμα, ανάστημα, βάρος κλπ), σε αναπηρία (κώφωση, τύφλωση κλπ) ή σε κάποια ιδιαιτερότητα στη συμπεριφορά ή στη μάθηση (π.χ. ομοφυλοφιλίααυτισμός , νοητική στέρηση, μαθησιακές δυσκολίες, χαρισματικά παιδιά) έχουν να αντιμετωπίσουν διάφορες πρακτικές, κοινωνικές και συναισθηματικές δυσκολίες και γίνονται συνήθως δυσκολότερα αποδεκτά από την οικογένεια και το σχολικό τους περιβάλλον. Γίνονται συχνότερα θύματα σχολικού εκφοβισμού, κάτι που αποτελεί έναν επιπλέον παράγοντα στην πρόκληση της χαμηλής αυτοεκτίμησης.

 

• Πώς επηρεάζεται η αυτοεκτίμηση από την εφηβεία;
Στην εφηβεία, όπως και στη νηπιακή ηλικία, το κύριο αναπτυξιακό ζήτημα είναι η αυτονομία, παράλληλα με την αναζήτηση της ταυτότητας. Ο έφηβος δεν είναι πια παιδί, αλλά ούτε και ενήλικας. Χρειάζεται να αντιδράσει, να αμφισβητήσει την τελειότητα που πίστευε ότι είχαν οι γονείς του όταν ήταν παιδί, αλλά και την παντοδυναμία του σχολείου και της κοινωνίας. Αυτό είναι φυσιολογικό και αναγκαίο και όσο πιο πολλή κατανόηση μπορούν να δείξουν οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί σε αυτή τη φάση (ενθυμούμενοι ίσως τη δική τους εφηβεία), χτίζοντας γέφυρες επικοινωνίας μαζί τους, τόσο καλύτερα θα αντιμετωπιστεί αυτή η περίοδος.
Ο έφηβος χρειάζεται να πάρει πρωτοβουλίες, ενώ αναπτύσσει πλέον σημαντικές σχέσεις και με άτομα εκτός οικογένειας. Οι φίλοι του και η συμπεριφορά τους απέναντι του είναι πλέον πολύ σημαντικές γι’ αυτό.
Το σώμα του αλλάζει, από παιδικό γίνεται αντρικό ή γυναικείο. Ο ρυθμός και τρόπος αλλαγής, αλλά και η στάση της οικογένειας και των φίλων προς τις αλλαγές αυτές, θα καθορίσουν και την εξέλιξη της αυτοεικόνας του ατόμου. Απότομες, καθυστερημένες ή ασυνήθιστες αλλαγές, συνοδευόμενες συχνά από πειράγματα, κάνουν πολλές φορές τον έφηβο να αισθανθεί ντροπή και υποτίμηση για το σώμα του, παράγοντα επικινδυνότητας για την ανάπτυξη χαμηλής αυτοεκτίμησης

 

• Πώς βοηθούμε τα έφηβα παιδιά μας να έχουν ψηλή αυτοεκτίμηση;
Όταν ο έφηβος νιώθει ότι η προσωπικότητα και οι απόψεις του γίνονται σεβαστές, ότι μπορεί να επηρεάσει τη συμπεριφορά των άλλων απέναντι του και γίνεται αρεστός και αποδεκτός από την οικογένεια και τους συνομηλίκους του με τα σωματικά και ψυχικά του χαρακτηριστικά, τότε ευκολότερα αποδέχεται και ο ίδιος τον εαυτό του και προσπαθεί να τον βελτιώσει.
Προσπαθούμε να κάνουμε πραγματικό διάλογο χωρίς νουθεσίες, αλλά πραγματική προσπάθεια να καταλάβουμε και να στηρίξουμε το παιδί μας, ενθαρρύνοντας το να καλλιεργεί τα ενδιαφέροντα και τις σχέσεις του, δείχνοντάς του ότι πιστεύουμε σε αυτό και εμπιστευόμαστε την κρίση του, αλλά ταυτόχρονα ότι είμαστε κοντά του να το ενημερώσουμε για πράγματα που ίσως δε γνωρίζει και να το στηρίξουμε όπως μπορούμε σε οποιεσδήποτε δυσκολίες αντιμετωπίσει.

 

• Πώς βοηθούμε τα παιδιά μας να ξεπεράσουν τη χαμηλή αυτοεκτίμηση;
Αν έχουμε κάνει άθελα μας ή και αναπόφευκτα λόγων συνθηκών ζωής κάποια από τα λάθη που αναφέρθηκαν παραπάνω, σε οποιοδήποτε στάδιο ανάπτυξης του παιδιού μας, η εφηβεία είναι η καλύτερη ευκαιρία για επανόρθωση. Το ζήτημα της αυτοεκτίμησης βρίσκεται στην προτεραιότητα του εφήβου, ο οποίος κάνει σχεδόν τα πάντα για να την πετύχει.
Προσπαθούμε – μόνοι μας ή με τη βοήθεια ειδικού – να προσφέρουμε πραγματική αποδοχή, κατανόηση, ενθάρρυνση και στήριξη στο παιδί μας, μαθαίνουμε να επικοινωνούμε καλύτερα μαζί του, να το ακούμε και να ανταποκρινόμαστε όσο το δυνατό καλύτερα στις ανάγκες και στα συναισθήματα του. Έτσι, το βοηθούμε να αναπτύξει την αυτοεκτίμηση του και να γίνει σταδιακά ένας ισορροπημένος, ψυχικά υγιής και ώριμος ενήλικας.
Παράλληλα, αν η επικοινωνία έχει χαθεί και δυσκολευόμαστε να βοηθήσουμε μόνοι μας το παιδί μας, μπορούμε να το πάρουμε σε συμβουλευτικό ψυχολόγο και / ή ψυχοθεραπευτή, που να ειδικεύεται σε θέματα αυτοεκτίμησης, για να το βοηθήσει μέσω συμβουλευτικής και ψυχοθεραπείας να ανακαλύψει και να αγαπήσει τον εαυτό του και τη ζωή του.

 

Γράφει ο Στέλιος Μαντούδης, αναπτυξιακός εργοθεραπευτής,

Με τον όρο αυτοεκτίμηση εννοούμε τον βαθμό στον οποίο εκτιμούμε, σεβόμαστε αλλά και αποδεχόμαστε τον εαυτό μας όπως είναι. Με λίγα και απλά λόγια, είναι η εσωτερική αντίληψη που έχουμε για αυτό που είμαστε, με τα θετικά και τα αρνητικά μας στοιχεία. Είναι η αίσθηση ότι αξίζουμε καλά πράγματα στη ζωή, ανεξάρτητα από αντικειμενικά προσόντα, γνώσεις και ικανότητες. Όταν αναφερόμαστε στην αυτοεκτίμηση δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι συμπεριλαμβάνεται και η αυτοπεποίθηση, που είναι η πίστη στις δυνατότητες και ικανότητές μας.

Γιατί είναι σημαντική η αυτοεκτίμηση στους εφήβους;

 

Αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση είναι οι δύο κινητήριες δυνάμεις που μας ωθούν στη ζωή. Η αυτοεκτίμηση είναι ένα εσωτερικό συναίσθημα που καλλιεργείται από τη γέννηση και ολοκληρώνεται στην εφηβεία. Οι παράγοντες που την επηρεάζουν είναι οι εξής:

  • DNA
  • Η σχέση με τους γονείς
  • Ο τρόπος διαπαιδαγώγησης
  • Το κοινωνικό οικονομικό επίπεδο
  • Χαρακτηριστικά εφήβων με υψηλή αυτοεκτίμηση:
  • Χαρούμενοι και ικανοποιημένοι με τον εαυτό τους
  • Κοινωνικοί, επιλέγονται για φίλοι
  • Δραστήριοι με πολλά ενδιαφέροντα
  • Δοκιμάζουν νέα πράγματα
  • Έχουν πιο ξεκάθαρους στόχους και όραμα
  • Γνωρίζουν ποιοι είναι και τι θέλουν
  • Χαρακτηριστικά εφήβων με χαμηλή αυτοεκτίμηση
  • Έχουν ευμετάβλητα συναισθήματα
  • Δεν νιώθουν ικανοποιημένοι με αυτά που έχουν
  • Ζηλιάρηδες, νιώθουν πάντα αδικημένοι
  • Κοινωνικά αφανείς ή προσκολλώνται σε φιλίες
  • Επικριτικοί, προσβάλλουν τους άλλους και σχολιάζουν αρνητικά
  • Έχουν περιορισμένα ενδιαφέροντα
  • Αποφεύγουν να δοκιμάσουν νέα πράγματα
  • Ανασφαλείς και δεν παίρνουν μόνοι τους αποφάσεις
  • Έχουν κρυμμένα συναισθήματα κατωτερότητας και αναξιότητας
  • Δεν έχουν στόχους και επηρεάζονται εύκολα από τους άλλους
  • Συνήθως χρησιμοποιούν αθέμιτους τρόπους για να κάνουν κάτι
  • Μπλέκονται σε δολοπλοκίες, αντιγράφουν, λένε ψέματα και κατηγορούν τους άλλους
  • Δεν γνωρίζουν ποιοι είναι και τι θέλουν
  • Όταν οι γονείς για διάφορους λόγους, αδυνατούν να αντεπεξέλθουν ικανοποιητικά στις ανάγκες των παιδιών τους.

 

Πώς προκαλείται η χαμηλή αυτοεκτίμηση;

Τέτοιοι λόγοι είναι:

  • Όταν ο γονέας λείπει πολλές ώρες, για οποιονδήποτε λόγο από την οικογένεια, και το παιδί περνάει αρκετές ώρες μόνο του. Τότε εκείνο αρχίζει να αισθάνεται ότι δεν έχει ούτε την υποστήριξη ούτε την καθοδήγηση από τους γονείς του. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να κάνει αρνητικές σκέψεις για την απουσία τους.
  • Οι ανασφάλειες και τα άγχη των γονέων είτε για οικονομικές είτε για προσωπικές καθημερινές δυσκολίες, μεταδίδονται στα παιδιά, με αποτέλεσμα να δημιουργούν και στα ίδια το ίδιο συναίσθημα άγχους και στρες.
  • Όταν οι ίδιοι οι γονείς έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση και δεν αποδέχονται τον εαυτό τους είναι σχεδόν βέβαιο πως το ίδιο θα δυσκολευτούν να αποδεχτούν τις αδυναμίες των παιδιών τους.
  • Όταν οι γονείς γίνονται υπερπροστατευτικοί, μεταφέρουν τις δικές τους φοβίες στα παιδιά και τα ίδια αδυνατούν να αναλάβουν ευθύνες και να χειριστούν μία δύσκολη κατάσταση.
  • Όταν οι γονείς γίνονται επικριτικοί και συγκρίνουν το παιδί τους με τα υπόλοιπα, όσο καλοπροαίρετα και άθελα αν το κάνουν, τα παιδιά νιώθουν μη αποδεκτά και περικλείονται από το αίσθημα της ανικανότητας.
  • Αυτοεκτίμηση και υπερτροφικό εγώ ή ναρκισσισμός είναι η παθολογική ενασχόληση με τον εαυτό μας, η οποία συνοδεύεται από εγωκεντρισμό και μια μη ρεαλιστική αυτοεικόνα, σύμφωνα με την οποία το ναρκισσιστικός έφηβος είναι τέλειος. Κατά βάθος κρύβεται η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η συναισθηματική στέρηση και μία δυσκολία δημιουργίας συναισθηματικών δεσμών με τους άλλους.
  • Όταν οι γονείς έχουν υπερβολικές απαιτήσεις από τα παιδιά τους, συνήθως αδυνατούν να τα επιβραβεύσουν και να αναγνωρίσουν οποιαδήποτε προσπάθειά τους.
  • Όταν οι γονείς δεν έχουν μια σταθερή συμπεριφορά προς το παιδί, λόγω κούρασης, ιδιοσυγκρασίας και προβλημάτων, φέρονται άλλοτε με τρυφερότητα και άλλοτε με θυμό.
  • Όταν οι γονείς δεν είναι επιεικείς, τα παιδιά νιώθουν καταπίεση και έντονο αίσθημα αδικίας. Αυτό αμέσως τους δημιουργεί προβλήματα αυτοαποδοχής και χαμηλή αυτοπεποίθηση.
  • Όταν οι γονείς παραμελούν το παιδί, το κάνουν να νιώθει ασήμαντο, ενοχλητικό και ότι δεν αξίζει την προσοχή, όχι μόνο των γονιών του αλλά κανενός.
  • Όταν οι γονείς μιλάνε άσχημα, φωνάζουν ή φέρονται βίαια στα παιδιά, προκαλούνται σοβαρά τραύματα στον ψυχικό τους κόσμο και δημιουργούνται αισθήματα όπως αυτό της χαμηλής αυτοεκτίμησης.
  • Τα παιδιά που έχουν περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν χαμηλή αυτοεκτίμηση
  • Τα παιδιά με κάποια μορφή διαφορετικότητας, όπως είναι τα παχύσαρκα, κοντά σε ανάστημα, με έντονα χαρακτηριστικά, ομοφυλόφιλα.
  • Παιδιά που έχουν μαθησιακές δυσκολίες ή δυσλεξία από τη χρόνια πίεση να ανταποκριθούν στο σχολικό περιβάλλον σε συνδυασμό με τη χαμηλή επίδοση. Δημιουργεί ένα χρόνιο αίσθημα μειονεξίας.
  • Τα παιδιά χωρισμένων οικογενειών. Ένα μεγάλο ποσοστό από αυτά τα παιδιά στην Ελλάδα είναι ανάμεσα στη σύγκρουση του χωρισμού των γονέων με αποτέλεσμα τα παιδιά να νιώθουν ένοχα και υπεύθυνα και να έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση.

 

Πώς να βοηθήσουν οι γονείς τα έφηβα παιδιά τους ώστε να έχουν υψηλή αυτοεκτίμηση;

  • Να καλλιεργήσουν την επικοινωνία και την εμπιστοσύνη με το παιδί
  • Να σέβονται τις απόψεις και την προσωπικότητα του παιδιού
  • Δώστε του τη δυνατότητα να δοκιμάσει και να μάθει μέσα από τις εμπειρίες που θα βιώσει ο ίδιος
  • Βοηθήστε μέσα από τη συζήτηση να κατανοήσει ποιος είναι και ποιες είναι οι ανάγκες του
  • Ανοίξτε διάλογο και αποφύγετε τις νουθεσίες
  • Στηρίξτε τις προσπάθειές του ακόμα και αν δεν συμφωνείτε
  • Πώς βοηθούν οι Ειδικοί τα έφηβα παιδιά να ενισχύσουν την αυτοεκτίμησή τους;
  • Η αυτοεκτίμηση είναι ένα αίσθημα που έχουμε όλοι, άλλος περισσότερο και άλλος λιγότερο ανεπτυγμένο. Τα τελευταία χρόνια γνωρίζουμε ότι τα παιδιά που έχουν υψηλή αυτοεκτίμηση είναι πιο επιτυχημένα, τόσο στη σχολική τους επίδοση όσο και στις κοινωνικές και προσωπικές τους σχέσεις. Σήμερα έχουμε ειδικά σχεδιασμένα προγράμματα ενίσχυσης της αυτοεκτίμησης αλλά και άλλων δεξιοτήτων που είναι τα θεμέλια για μια επιτυχημένη ζωή. Στο πρόγραμμα life skills με απλό τρόπο οι έφηβοι χτίζουν την προσωπικότητά τους και τη δυναμώνουν όπως ένας αθλητής κτίζει και δυναμώνει το σώμα του. Το πρόγραμμα αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσα από ατομικές συναντήσεις ή σε μικρές ομάδες έφηβων, μέσα από διασκεδαστικές δραστηριότητες και παιχνίδια.
  • Μέσα από τεστ και συζητήσεις οι έφηβοι μαθαίνουν για τον εαυτό τους, κατανοούν τα λάθη τους, εντοπίζουν τις αδυναμίες τους και τέλος, μέσα από την καθημερινή πρακτική μαθαίνουν τις σχέσεις, την επικοινωνία και να πιστεύουν στον εαυτό τους. Τα αποτελέσματα του προγράμματος είναι εντυπωσιακά, διότι τα παιδιά στην εφηβεία ανταποκρίνονται ευκολότερα στις ανάγκες του προγράμματος.

 

Γενικά

Η περίοδος της εφηβείας είναι συνήθως μια δύσκολη φάση της ζωής τόσο για το ίδιο το παιδί όσο και για τους γονείς του. Η σχέση τους δοκιμάζεται με πολλούς και διάφορους τρόπους. Ο τρόπος ζωής, οι αξίες και οι κανόνες των γονιών αμφισβητούνται με αποτέλεσμα τη δημιουργία συχνών συγκρούσεων. Κάποιος, ως γονέας, μπορεί  να νιώσει οργή, ανημποριά, θλίψη, απόγνωση, ματαίωση και αμφιβολία για αυτά που κάνει ή πρεσβεύει. Πολλές φορές, μοιάζει σαν τίποτα να μην είναι αρκετό και όλα να φαίνονται λάθος.

Η εφηβεία είναι, μεταξύ άλλων, και μια μετάβαση από την παιδικότητα στην ενηλικίωση. Συμβαίνουν πολλές, ραγδαίες και θεμελιακές αλλαγές -σωματικές και ψυχικές- που προκαλούν σωρεία ερωτημάτων στο παιδί που μπορεί να κλονίσουν την «αυτοεκτίμηση» και «αυτοπεποίθησή» του.

Το ερώτημα «Ποιος είμαι;» είναι ίσως το σημαντικότερο -από ψυχολογική άποψη- την περίοδο αυτή και ο έφηβος προσπαθεί να βρει απάντηση μεταξύ των φίλων, της οικογένειας και γενικότερα του περίγυρού του. Όσο περισσότερο διαρκεί αυτή η αναζήτηση και ασάφεια τόσο πιο ευάλωτη είναι, συνήθως, η αυτοεκτίμηση και η αυτοπεποίθηση του εφήβου.

 

Ορισμός

Μιλάμε, συχνά, για αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση αλλά δεν είναι πάντα πολύ σαφής η διαφορά ανάμεσα στα δύο.

Η αυτοπεποίθηση αφορά στον τρόπο που ενεργούμε και στο πόσο σίγουροι ή όχι νιώθουμε για αυτό που πάμε να κάνουμε. Ενισχύεται όταν καταφέρνουμε αυτό που επιχειρούμε.

Η αυτοεκτίμηση αφορά στην εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας και στην αξία που του αποδίδουμε. Μια καλή αυτοεκτίμηση είναι η αίσθηση πως «αξίζω για αυτό που είμαι, και αγαπιέμαι από τους κοντινούς μου ανθρώπους, παρά τις όποιες ελλείψεις ή τα όποια λάθη μου».

 

Εφηβεία : Αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση στην εφηβεία

Η στάση του γονιού και οι συνέπειές της

Καλή αυτοεκτίμηση δεν σημαίνει πως κάποιος έχει πάντα καλή διάθεση και τίποτα το αρνητικό δεν τον αγγίζει αλλά πως έχει την ικανότητα να αντιμετωπίζει και να διαχειρίζεται ικανοποιητικά τις όποιες δυσκολίες της ζωής και τα συναισθήματα που αυτές πυροδοτούν.

Όλοι οι άνθρωποι, ασχέτως ηλικίας, έρχονται κάποιες φορές αντιμέτωποι με αισθήματα ανημποριάς, απώλειας, θλίψης, φόβου, οργής, κ.τ.λ. Αυτός που έχει καλή αυτοεκτίμηση μπορεί ευκολότερα να αποδεχθεί πως όλα αυτά αποτελούν αναπόφευκτο μέρος της ζωής μας και, διαμέσου της αποδοχής αυτής, έχει πολύ περισσότερες πιθανότητες να τα αντιμετωπίσει όσο δύσκολα και αν είναι.

Για το λόγο αυτό, είναι πολύ σημαντικό να βοηθάμε και να ενθαρρύνουμε τα παιδιά μας, που βρίσκονται στην εφηβική ηλικία, να αποδεχθούν και να έρθουν σε επαφή με τα δύσκολά τους συναισθήματα, χωρίς να τα αξιολογούμε, να τα κρίνουμε ή να τα κατακρίνουμε. Μπορούμε κάλλιστα να δείξουμε πως δεν αποδεχόμαστε μία συγκεκριμένη συμπεριφορά όχι, όμως, να κατακρίνουμε τα συναισθήματα που την έχουν προκαλέσει.

Η στάση του γονιού, που βοηθά έναν έφηβο να νιώσει καλά με τον εαυτό του και να αποκτήσει σταδιακά καλή αυτοεκτίμηση, είναι αυτή που απορρέει μέσα από ένα διάλογο με το παιδί που να αποπνέει κατανόηση, αποδοχή και διάθεση συμπαράστασης. Εάν, για παράδειγμα, έρθει στο σπίτι στεναχωρημένος ο/η έφηβός μας, επειδή δεν τα πήγε καλά σε ένα πρόχειρο διαγώνισμα, να του συμπαρασταθούμε, να τον ενθαρρύνουμε και να τον καθησυχάσουμε και όχι να τον επικρίνουμε τη στιγμή εκείνη λέγοντάς του, για παράδειγμα, πως «όποιος δεν διαβάζει αυτά παθαίνει» ή «Όταν εγώ σου έλεγα διάβασε, εσύ σημασία δεν μου έδινες» κ.ά.

Μια τέτοια στάση δεν σημαίνει πως κρύβουμε τα σκουπίδια κάτω από το χαλί αλλά πως βοηθάμε το παιδί μας -όπως και κάθε άνθρωπο, ασχέτως ηλικίας- να σηκωθεί όταν έχει λυγίσει ή όταν έχει πέσει κάτω. Αυτή η στάση του γονιού μαθαίνει στο παιδί μία στρατηγική, δηλαδή, έναν τρόπο να διαχειρίζεται τις δυσκολίες του μελλοντικά. Δεν του καταρρακώνει την  αυτοεκτίμηση, ενσωματώνει το διάλογο με το γονέα του, κουβαλώντας τον για πάντα μέσα του, ώστε όταν αργότερα στη ζωή, χωρίς το γονιό δίπλα του, έρθει αντιμέτωπος με ανάλογες δυσκολίες ή αποτυχίες, να μπορεί να τον αναπαραγάγει μόνος του πλέον, να ανακτά την αυτοεκτίμησή του και να ορθοποδεί.

‘Ένα άτομο με καλή αυτοεκτίμηση μπορεί να διεξάγει έναν θετικό εσωτερικό διάλογο με τον εαυτό του που δημιουργεί προοπτικές και οδηγεί σε εναλλακτικές επιλογές που απορρέουν από γνώση, εμπειρία και αυτογνωσία. Ποτέ δεν συγχέει αυτό που είναι με αυτό που κάνει. Δεν αισθάνεται αποτυχημένο επειδή έχει αποτύχει σε κάτι, όσο σημαντικό και αν είναι, π.χ. στις πανελλήνιες εξετάσεις για την εισαγωγή του στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Βρίσκει κάποια στιγμή το κουράγιο, τη δύναμη και την αισιοδοξία να ξαναπροσπαθήσει ή/και να επαναπροσανατολισθεί.

Όλοι μας σχεδόν, ως γονείς, γνωρίζουμε πολύ καλά πώς να επιβραβεύουμε τα παιδιά μας όταν τα καταφέρνουν καλά στα μαθήματα, στα διάφορα αθλήματα, στις διάφορες ελεύθερές τους δραστηριότητες κ.τ.λ. Αυτό είναι πολύ καλό αρκεί να είναι και ρεαλιστικό γιατί, αν δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, όχι μόνο υπάρχει κίνδυνος να οδηγήσουμε το παιδί στην απόκτηση μιας ψεύτικης εικόνας για τον εαυτό του αλλά ακόμα και να χάσει την εμπιστοσύνη του για την κρίση μας γιατί, συνήθως, γνωρίζει πολύ καλά, κατά βάθος, πόσο καλά τα κατάφερε και κατά πόσο οι επιβραβεύσεις μας ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα ή όχι.

Όλοι έχουμε ανάγκη επιβεβαίωσης και επιβράβευσης. Οι επιβραβεύσεις στοχεύουν πάντα στην αυτοπεποίθηση, γιατί επιβραβεύουμε και επιβεβαιώνουμε μια συμπεριφορά ή επίδοση, και αποτελούν κίνητρο για τη συνέχιση μιας προσπάθειας, πολύ περισσότερο για ένα νέο παιδί. Η σπουδαιότητα του να είναι οι όποιες επιβραβεύσεις μας προς το παιδί ισορροπημένες και ρεαλιστικές έχουν να κάνουν και με τον ενδεχόμενο κίνδυνο να γίνει η απόσπαση της επιβράβευσης αυτοσκοπός για το παιδί, κάτι που υπονομεύει την αυτοεκτίμηση, την αυτονομία και την ελεύθερή του βούληση.

Τέλος, το παιδί αποκτά μια πιο ρεαλιστική εικόνα του εαυτού του όταν επιβραβεύουμε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ή ικανότητές του, αντί να γενικεύουμε αυθαίρετα. Για παράδειγμα, μπορούμε να του πούμε «Τα καταφέρνεις πολύ καλά στα μαθηματικά ή στη ζωγραφική» και όχι γενικά «Τι έξυπνος που είσαι» ή «Είσαι ο καλύτερος της τάξης σου» κ.τ.λ.

Είναι, επίσης, καλό να ρωτάμε κάποιες φορές τα παιδιά μας  γιατί κάνουν αυτό που κάνουν με τόση διάθεση ή επιμονή. Για παράδειγμα, «Γιατί θέλεις πάντα να παίρνεις πολύ καλό βαθμό στα μαθήματα;» Πολλοί έφηβοι, που τα πηγαίνουν πολύ καλά στο σχολείο και μελετούν σκληρά, συχνά δεν γνωρίζουν ή δεν τους είναι ξεκάθαροι οι λόγοι που το κάνουν. Μερικές φορές, μπορεί να υπάρχει μία ανάγκη αποδοχής και θαυμασμού που ο έφηβος αισθάνεται πως δεν τα έχει εισπράξει επαρκώς, ίσως εξαιτίας κάποιας αδελφικής αντιζηλίας ή κάποιου άλλου λόγου που τον οδηγεί να θέλει απεγνωσμένα να αποσπάσει την προσοχή, το θαυμασμό και την επιδοκιμασία του γονιού ή άλλων σημαντικών ενηλίκων στη ζωή του, ίσως ως αντισταθμιστική προσπάθεια εξαιτίας κάποιας άλλης ανασφάλειας που έχει κ.τ.λ.

 

Εφηβεία : Αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση στην εφηβεία

Πως μπορεί να ενισχύσει ο γονιός την αυτοεκτίμηση του παιδιού του

–    Βοηθείστε στη δημιουργία ενός δημιουργικού διαλόγου, ακούγοντας προσεκτικά αυτά που σας λέει το παιδί σας, διευκολύνοντάς το να             καταλάβει, να νιώσει και να μιλήσει ανοιχτά. Κρατήστε τις όποιες ερμηνείες και συμβουλές για αργότερα και εφόσον χρειασθεί.

–    Επιβεβαιώνετε και επιβραβεύετε χαρακτηριστικά του παιδιού, δηλαδή αυτό που είναι και όχι μόνο αυτά που καταφέρνει. Για                               παράδειγμα, είσαι θαρραλέος, ήρεμος, φιλικός, έμπιστος φίλος κ.τ.λ. και όχι μόνο π.χ. «Μπράβο για το 20σάρι που πήρες;» κ.ά.

–    Αποδεχθείτε ακόμα και «αρνητικά» συναισθήματα. Ό,τι απωθούμε και «κουκουλώνουμε» επανέρχεται αργά ή γρήγορα εντονότερα. Για        παράδειγμα, εάν το παιδί σας έχει θυμώσει που δεν του επιτρέπετε να αργήσει κάποιο βράδυ ή που δεν του δώσατε χρήματα για να                    αγοράσει κάποιο ρούχο, μιλήστε για αυτό που βλέπετε και ακούτε (π.χ. «Καταλαβαίνω που έχεις θυμώσει αλλά δεν μπορώ να σου δώσω          τα χρήματα που ζητάς»). Η επιβεβαίωση του θυμού, του φόβου ή του μίσους του παιδιού (αντί της αποσιώπησής τους) καθησυχάζει και            δημιουργεί την αίσθηση πως ο γονιός έχει καταλάβει και αποδέχεται τα συναισθήματά του, άρα και το ίδιο ως άτομο.

–    Χρησιμοποιείτε συχνότερα την προσωπική αντωνυμία «εγώ». Για παράδειγμα, λέγοντας «Με βγάζεις από τα ρούχα μου», το σφάλμα και        η ενοχή αποδίδεται ολοκληρωτικά στο παιδί. Αντίθετα, λέγοντας «Αυτό που κάνεις με εξοργίζει» είναι λιγότερο ενοχοποιητικό καθώς δεν        αφορά στο παιδί συνολικά αλλά μια συγκεκριμένη πράξη ή συμπεριφορά του. Από την άλλη, δεν είναι σίγουρο πως η συγκεκριμένη πράξη      ή  συμπεριφορά θα εξόργιζε τον κάθε γονιό, τουλάχιστον το ίδιο πολύ. Ο καθένας μας έχει τις δικές του ευαισθησίες και τα δικά του                   τρωτά σημεία.

–   Να είστε σαφείς όσον αφορά στις αξίες και στις αρχές σας και στο τι θεωρείτε ως σωστό ή λάθος. Σεβαστείτε το γεγονός πως ο έφηβός             σας μπορεί να έχει διαφορετικές απόψεις και αξίες ζωής. Προσπαθήστε τουλάχιστον να τις κατανοήσετε.

–   Χρησιμοποιείτε πολύ περισσότερο την επιβράβευση παρά την τιμωρία.

–   Προσπαθήστε να γίνετε πρότυπο για το παιδί σας και όχι φόβητρο ή αφέντης του.

 

Εφηβεία : Αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση στην εφηβεία

Επίλογος

Η εφηβεία, αν και είναι, συνήθως, από τη φύση της μια δύσκολη περίοδος της ζωής ενός παιδιού, δίνει και τη δυνατότητα εμβάθυνσης της σχέσης μας μαζί του. Εκτός του ό,τι θα είμαστε για πάντα οι γονείς του παιδιού μας, μπορεί να γίνουμε, με αρχή την περίοδο αυτή, και παντοτινοί φίλοι. Μια καλή και ισότιμη σχέση με τους γονείς και άλλους σημαντικούς ενήλικες δημιουργεί στον έφηβο μια αίσθηση ασφάλειας που τον διευκολύνει σημαντικά στην αντιμετώπιση και διαχείριση νέων καταστάσεων, επιλογών και σχέσεων στο μέλλον

 

Η αυτοεκτίμηση και πως μπορούμε να την αναπτύξουμε.

Η αυτοεκτίμηση μπορεί  να οριστεί ως ο συνδυασμός αισθημάτων ικανότητας με αισθήματα ότι το αγαπούν. Ένα παιδί που ενθουσιάζεται με ένα επίτευγμά του αλλά δεν νιώθει ότι το αγαπούν μπορεί τελικά να αισθανθεί χαμηλή αυτοεκτίμηση. Αντίστοιχα, ένα παιδί που νιώθει ότι το αγαπούν αλλά δεν πιστεύει ότι έχει ικανότητες μπορεί επίσης να καταλήξει να έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση. Η υγιής αυτοεκτίμηση είναι αποτέλεσμα μιας σωστής ισορροπίας ανάμεσα στα δύο.

Item fulltext

 

Τα πρώτα χρόνια της ζωής ενός παιδιού είναι η βάση για τη δημιουργία θετικής εικόνας του εαυτού. Κατά το πρώτο έτος της ζωής, το οποίο θεωρείται ιδιαίτερα κρίσιμο στην ανάπτυξη της αίσθησης του εαυτού, το βρέφος αρχίζει να ξεχωρίζει τον εαυτό του από την μητέρα του ενώ ταυτόχρονα εξακολουθεί να είναι εξαρτημένο από την ίδια για την κάλυψη των βασικών του αναγκών -τροφή, ύπνος, στοργή, σωματική αλληλεπίδραση, επικοινωνία-. Η ικανοποίηση που βιώνει το βρέφος όταν οι ανάγκες αυτές καλυφθούν ικανοποιητικά,  οικοδομούν και την αρχική αυτοεκτίμηση του.

Το μοντέλο αυτοεκτίμησης που θα αναπτύξει ένα παιδί αρχίζει να διαμορφώνεται πολύ νωρίς στη ζωή. Για παράδειγμα, όταν ένα νήπιο καταφέρει, μετά από δεκάδες ανεπιτυχείς προσπάθειες, να κάνει τούμπα ή να φέρει το κουτάλι στο στόμα του για να φάει, βιώνει ένα αίσθημα εκπλήρωσης, το οποίο ενισχύει την αυτοεκτίμησή του και του διδάσκει τη στάση «Μπορώ να το κάνω».

Σημαντικός σταθμός έπειτα στη διαμόρφωση της αυτοεκτίμησης αποτελεί η παιδική ηλικία. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επηρεάζουν την ανάπτυξη της αυτοεκτίμησης, αλλά σε αυτήν την ηλικία ο πιο σημαντικός φαίνεται να είναι η εικόνα που σχηματίζουν τα παιδιά για τον εαυτό τους από τις αντιδράσεις των άλλων, ιδιαίτερα από τους πολύ κοντινούς τους ανθρώπους. Εάν δώσουμε στα παιδιά το μήνυμα ότι τα αγαπάμε παρόλο που μπορεί να χρειαστεί να ασκήσουμε κριτική ή να τα τιμωρήσουμε, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να μεγαλώσουν έχοντας θετική εικόνα για τον εαυτό τους. Αυτό δίνει στα παιδιά μια ασφαλή βάση στην οποία μπορούν να στηριχθούν μεγαλώνοντας, που θα τους επιτρέψει να μαθαίνουν και να προσαρμόζονται στις αλλαγές χωρίς να χάνουν την αίσθηση της ασφάλειας.

Αντίθετα αν η εικόνα εαυτού που για διάφορους λόγους σχηματίσει το παιδί είναι ότι δεν είναι τόσο αγαπητό, τότε αποδυναμώνεται η αυτοεκτίμηση και το παιδί αισθάνεται την ανάγκη να αποζητήσει την αποδοχή με οποιοδήποτε κόστος. Αυτό κάνει το παιδί άκαμπτο και αρνητικό προς τη αλλαγή ή έρμαιο της οποιασδήποτε τάσης αφού δεν στηρίζεται σε στέρεο έδαφος. Ο κίνδυνος είναι ότι το παιδί μπορεί να στραφεί σε κάποια αυτοκαταστροφική συμπεριφορά όπως η νευρική ανορεξία ή αργότερα στην εφηβεία η κατάχρηση ουσιών.

Ως γονείς, δεν μπορούμε να ελέγξουμε όλα όσα βλέπει το παιδί μας, όσα ακούει και σκέφτεται τα οποία συμβάλλουν στη δημιουργία της εικόνας του εαυτού του. Μπορούμε όμως να κάνουμε πολλά. Ένα παιδί σε μικρή ηλικία είναι ένα δώρο από το Θεό  ένας νέος άνθρωπος, «άγραφος χάρτης». Στα πρώτα αυτά χρόνια, όσα μπαίνουν στο μυαλό του παιδιού εντυπώνονται βαθιά. Οι γονείς λοιπόν έχουν τη μοναδική και ανεπανάληπτη ευκαιρία να ιδρύσουν έναν «τραπεζικό λογαριασμό αυτοεκτίμησης» στον οποίο το παιδί θα καταθέσει πολλά θετικά πράγματα για το ίδιο. Στα χρόνια και τις δεκαετίες που θα ακολουθήσουν, αυτός ο «λογαριασμός» θα εξισορροπήσει τις αναπόφευκτες αρνητικές εμπειρίες.

Σημεία υγιούς και μη υγιούς αυτοεκτίμησης

Η αυτοεκτίμηση εμφανίζει διακυμάνσεις καθώς ένα παιδί μεγαλώνει.. Οι γονείς θα πρέπει να παρατηρούν και να αντιλαμβάνονται τα σημεία υγιούς και μη υγιούς αυτοεκτίμησης.

Ένα παιδί με χαμηλή αυτοεκτίμηση μπορεί να μη θέλει να δοκιμάσει νέα πράγματα. Συχνά μπορεί να μιλά αρνητικά για τον εαυτό του, λέγοντας για παράδειγμα «Είμαι χαζός/ή», «Δεν θα μάθω ποτέ να το κάνω αυτό» ή «Ποιος ο λόγος; Κανένας δεν νοιάζεται για μένα έτσι κι αλλιώς». Το παιδί μπορεί να μην είναι σε θέση να διαχειριστεί την απογοήτευση, να τα παρατά εύκολα ή να περιμένει να αναλάβει κάποιος άλλος τον έλεγχο. Τα παιδιά με χαμηλή αυτοεκτίμηση τείνουν να ασκούν έντονη κριτική στον εαυτό τους και να απογοητεύονται εύκολα από αυτόν. Βλέπουν τις προσωρινές αποτυχίες ως μόνιμες, δυσβάστακτες καταστάσεις. Το αίσθημα της απαισιοδοξίας κυριαρχεί.

Ένα παιδί με υγιή αυτοεκτίμηση χαίρεται τις επαφές με τους άλλους. Αισθάνεται άνετα στις κοινωνικές συναντήσεις και ευχαριστιέται τόσο τις ομαδικές δραστηριότητες όσο και τις ατομικές ασχολίες. Όταν εμφανίζονται προκλήσεις, είναι σε θέση να προσπαθήσει να βρει λύσεις. Είναι ικανό να εκφράσει τη δυσαρέσκειά του χωρίς να υποτιμά τους άλλους ή τον εαυτό του. Για παράδειγμα, αντί να πει «Είμαι χαζός/ή», ένα παιδί με υγιή αυτοεκτίμηση θα πει «Δεν το καταλαβαίνω αυτό». Ξέρει τις δυνάμεις του και τις αδυναμίες του και τις αποδέχεται. Το αίσθημα της αισιοδοξίας κυριαρχεί.

Ζητήστε βοήθεια ειδικού αν υποψιάζεστε ότι το παιδί σας έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση, ζητήστε βοήθεια από ειδικό. Οι οικογενειακοί σύμβουλοι και οι παιδοψυχολόγοι μπορούν να εργαστούν με το παιδί για να ανακαλύψουν τι είναι αυτό που το εμποδίζει να έχει καλή ιδέα για τον εαυτό του. Η κατάλληλη θεραπεία μπορεί να βοηθήσει το παιδί να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο βλέπει τον εαυτό του και τον κόσμο. Θα του επιτρέψει να δει πιο ρεαλιστικά τον εαυτό του και να αποδεχτεί ποιο είναι στην πραγματικότητα. Με λίγη βοήθεια, κάθε παιδί μπορεί να αναπτύξει υγιή αυτοεκτίμηση και να έχει μια πιο ευτυχισμένη και ολοκληρωμένη ζωή.

Η αυτοεκτίμηση στην εφηβεία:

Στην εφηβεία το κομμάτι της αυτοεκτίμησης γίνεται λίγο πιο περίπλοκο. Η περίοδος της εφηβείας είναι μια περίοδος αλλαγής και μεταμόρφωσης. Είναι απαραίτητο λοιπόν να αλλάξει και η σχέση με τους γονείς. Ο γονιός ενώ πρέπει να είναι συνεχώς παρών όταν τον έχουν ανάγκη πρέπει ταυτόχρονα να δεχτεί να εκθρονιστεί από τα ίδια του τα παιδιά, να ελαττώσει την επιρροή του πάνω τους και σχεδόν να μπει στο περιθώριο. Ο έφηβος ζητά περισσότερο την αποδοχή από τους συνομηλίκους και το κοινωνικό περιβάλλον χωρίς όμως να μένει ανεπηρέαστος από τις αντιδράσεις των γονιών του. Άλλωστε η εμπιστοσύνη, η στοργή και το ανιδιοτελές ενδιαφέρον των γονιών για το παιδί τους είναι κάτι το αναντικατάστατο. Μια σχέση λοιπόν που έχει χτιστεί στο σεβασμό και την εμπιστοσύνη είναι πιο εύκολο να αντέξει τη μεταβατική περίοδο της εφηβείας και να οδηγήσει σε μια ισορροπημένη ενήλικη ζωή. Συνοπτικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι το γνήσιο ενδιαφέρον, η χωρίς κριτική αποδοχή των έντονων και αντιφατικών εφηβικών αντιδράσεων και η δίκαιη οριοθέτηση δημιουργούν ένα ασφαλές και ανεκτικό περιβάλλον, κατάλληλο για την ενίσχυση της αυτοεκτίμησής των εφήβων.

Η αυτοεκτίμηση στην ενήλικη ζωή:

Στην ενήλικη ζωή η αυτοεκτίμηση συνεχίζει να παίζει πολύ σημαντικό ρόλο. Καθημερινά συμβαίνουν πράγματα που μπορεί να μας κάνουν να νιώθουμε όμορφα με τον εαυτό μας ή ακριβώς το αντίθετο. Ο ορισμός της αυτοεκτίμησης αναφέρεται ουσιαστικά στη συνάφεια των προσδοκιών που έχουμε για τον εαυτό μας και αυτού που πραγματικά είμαστε. Όσο δηλαδή πιο κοντά είναι ο ιδανικός εαυτός μας (αυτό που θέλουμε να είμαστε) με τον πραγματικό εαυτό (αυτό που είμαστε) τόσο μεγαλύτερη αυτοεκτίμηση νιώθουμε. Και αυτό είναι κάτι που μας ακολουθεί σε όλη την πορεία της ζωής.

Η εικόνα εαυτού που σχηματίζουμε λοιπόν από μικρά παιδιά είναι σημαντική αλλά δεν είναι κάτι μη αναστρέψιμο. Δεν σημαίνει ότι κάποιος που μικρός σχημάτισε την εικόνα ότι δεν είναι αγαπητός δεν μπορεί να αλλάξει, ούτε κάποιος που, αντίθετα, σχημάτισε μια θετική εικόνα εαυτού, δε θα αντιμετωπίσει προβλήματα στη μετέπειτα ζωή του. Ο άνθρωπος είναι ένα ον που μπορεί συνέχεια να αλλάζει και να εξελίσσεται. Είναι σημαντικό να μπορούμε συνεχώς να ενισχύουμε την αυτοεκτίμηση των άλλων και τη δικιά μας. Αυτό συντελείται μέσα από τον τρόπο που επικοινωνούμε, από τα μηνύματα που λαμβάνουμε και δίνουμε, από την αναγνώριση των συναισθημάτων και τη διάθεση μας για εξέλιξη και αυτογνωσία. Άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και απέναντι στα παιδιά η εικόνα ενός ατόμου που πιστεύει στον εαυτό του και έχει εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του, λειτουργεί ως πρότυπο για εκείνα.

Ενδεικτικές Τεχνικές για Ενίσχυση της Αυτοεκτίμησης

Κάνω μία λίστα με τα θετικά μου χαρακτηριστικά.  Αν επιμένω να καταγράψω και τα αρνητικά μου χαρακτηριστικά, βρίσκω τη θετική τους όψη.

Καταγράφω τα θετικά της κάθε ημέρας (π.χ. έκανα ηλιοθεραπεία, αγόρασα ένα δώρο στη φίλη μου, έφτιαξα ένα ωραίο κέικ, πέρασα καλά στη δουλειά) και το θετικό συναίσθημα που είχα.

Κάνω μία λίστα με τα επιτεύγματά μου, τις επιτυχίες μου, ό,τι κάνω καλά, ό,τι καταφέρνω, από τα πιο σημαντικά ως τα πιο ασήμαντα.

Καταγράφω τις γκάφες ή τις αποτυχίες μου και βρίσκω την αστεία τους πλευρά. Αντιμετωπίζω τα λάθη μου με χιούμορ και  μαθαίνω από αυτά, αποφασίζω να αποφεύγω την τελειοθηρία ή την τελειομανία, η ζωή είναι εδώ και τώρα και καλό είναι να την απολαύσουμε χωρίς να παίρνουμε τα πάντα πολύ σοβαρά!

Γράφω το πώς θα ήθελα να νιώθω ή τι θα ήθελα να κάνω και το θυμίζω στον εαυτό μου π.χ. 'είμαι άξιος', 'φροντίζω τον εαυτό μου', 'αρέσω στους φίλους μου'.

Κάνω μία λίστα με τα στοιχεία που μου αρέσουν στον εαυτό μου: «Μου αρέσω γιατί....»

Καταγράφω τρόπους με τους οποίους θα νιώσω καλύτερα, που δεν κοστίζουν σε χρήμα ούτε έχουν σχέση με φαγητό, π.χ. να κάνω μια βόλτα στην εξοχή, να χαζέψω τις βιτρίνες, να χαϊδέψω τη γάτα μου.

Σκέφτομαι πράγματα που θα με κάνουν να γελάσω, τρόπους να βοηθάω τους άλλους, λόγους για να γιορτάζω, για τι μπορώ να είμαι περήφανος.

Πώς μπορώ να χτίσω την αυτοπεποίθηση του παιδιού μου;

1)Δείξτε αγάπη και στοργή στο παιδί σας. Όλες οι συναναστροφές μας με τα παιδιά, ξεκινώντας από τη βρεφική ηλικία, θα πρέπει να πραγματοποιούνται με αγάπη και στοργή, διότι τότε το παιδί αποκτά το υποσυνείδητο συναίσθημα ότι αξίζει την εκτίμηση και την αγάπη των άλλων.

2)Επαινέστε το παιδί σας. Να το επιβραβεύεται όσο πιο συχνά μπορείτε, όταν κάνει κάτι καλό. Πείτε, «είμαι πολύ υπερήφανος/η για σένα. Είσαι ξεχωριστός/ή. Μου αρέσει πολύ αυτό που έκανες».

Είναι πολύ σημαντικό, ωστόσο, οι έπαινοί σας να είναι πιστευτοί. Μην υπερβάλλετε με δηλώσεις του τύπου, «είσαι ο πρώτος/πρώτη σε όλα. Είσαι το πιο καλό παιδί που έβγαλε ποτέ ο κόσμος» οι οποίες μπορεί να έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Το παιδί θα αποκτήσει υπερτροφικό εγώ, κάτι που θα επηρεάσει τις σχέσεις του με τους φίλους του, γεγονός που μακροπρόθεσμα θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στην αυτοεκτίμησή του.

 3)Θέστε στο παιδί σας στόχους, τους οποίους μπορεί να επιτύχει, όπως να ντύνεται μόνο του ή να πάρει ένα καλό βαθμό σε κάποιο διαγώνισμα. Γενικώς, να θέτετε στόχους που ταιριάζουν στην ηλικία και στις ικανότητες του παιδιού (στόχοι που είναι αδύνατο να επιτευχθούν έχουν αρνητικό αποτέλεσμα). Καθώς το παιδί εργάζεται να φτάσει στο στόχο, να το βοηθάτε, να επιβραβεύεται την προσπάθειά του και να τονίζεται την εικόνα του ως νικητή.

4)Να κρίνετε την πράξη και όχι το άτομο. Όταν το παιδί κάνει κάτι κακό, να του λέτε, «Εσύ είσαι τόσο καλό παιδί, δεν θα έπρεπε να είχες κάνει κάτι τέτοιο» και όχι, «είσαι παλιόπαιδο».

5)Να είστε υπερήφανοι για το παιδί σας. Πρέπει να θυμόμαστε και να επαναλαμβάνουμε σε τακτική βάση, πόσο τυχεροί και πόσο υπερήφανοι νιώθουμε που είμαστε γονείς του.

6) Πρέπει να μιλάτε θετικά για το παιδί σας μπροστά σε σημαντικούς ανθρώπους στη ζωή του, όπως ο παππούς και η γιαγιά, οι φίλοι και οι καθηγητές του.

7)Δεν πρέπει ποτέ να το συγκρίνετε με άλλα παιδιά, λέγοντας, «γιατί να μην είσαι σαν τον/την τάδε;». Όταν λεχθεί κάτι τέτοιο από κάποιον τρίτο, βεβαιώστε το πως είναι μοναδικό και ιδιαίτερο με τον τρόπο του.

Φροντίστε και τη δική σας αυτοεκτίμηση. Πρέπει να δείτε τον εαυτό σας θετικά. Οι γονείς που δεν έχουν αυτοεκτίμηση, δυσκολεύονται να μεγαλώσουν παιδιά με υψηλή αυτοεκτίμηση. Ένας καλός, θετικό γονιός είναι αυτός που ξέρει ότι δεν είναι τέλειος αλλά αναγνωρίζει την αξία του, προσπαθώντας πάντα να βελτιωθεί και να ωριμάσει.

8)Προσέξτε τι λέτε. Προσέξτε τα επίθετα που χρησιμοποιείτε για να χαρακτηρίσετε τα παιδιά σας, ιδιαίτερα όταν είστε εκνευρισμένοι. Έχετε ποτέ αποκαλέσει το παιδί σας «παλιόπαιδο», «απρόσεχτο», «γκρινιάρη», «τεμπέλη», «χαζό»; Το παιδί δεν μπορεί να ξεχωρίσει τη διαφορά μεταξύ του τι κάνει και του τι είναι. Οι λέξεις είναι σπόροι που φυτεύονται μέσα στο μυαλό του. Οι σπόροι φυτρώνουν και τα αρνητικά αυτά χαρακτηριστικά γίνονται ακόμα μεγαλύτερα. Κάντε θετικά, δίκαια σχόλια. Αν πείτε στο παιδί «Αντιδράς πάντα σαν τρελός/ή», αυτό θα αρχίσει να πιστεύει ότι δεν ξέρει να ελέγξει τα ξεσπάσματά του. Είναι καλύτερα να του πείτε: «Θύμωσες πολύ με τον αδερφό σου, αλλά εκτιμάω το ότι δεν τον έβρισες και δεν τον χτύπησες». Με τον τρόπο αυτό αναγνωρίζετε τα αισθήματα του παιδιού, ενθαρρύνοντάς το συγχρόνως να κάνει σωστή επιλογή στη συμπεριφορά του την επόμενη φορά.

9) Στηρίξτε τα όταν αποτυγχάνουν. Η φράση «στα έλεγα εγώ» δε βοηθάει στην ανάπτυξη της αυτοεκτίμησής τους. Ή στη σχέση σας. Ή και στα δύο.  Τα παιδιά είναι πολύ ευαίσθητα στα λόγια των γονιών. Θυμηθείτε να επαινείτε το παιδί σας όχι μόνο για τις επιτυχίες του, αλλά και για την προσπάθειά του και να είστε ειλικρινείς. Αν, για παράδειγμα, δεν κατάφερε να μπει στην ομάδα του μπάσκετ, αποφύγετε να πείτε «Προσπάθησε ξανά και θα τα καταφέρεις». Είναι καλύτερα να πείτε «Δεν πειράζει, είμαι πολύ περήφανος/η για την προσπάθεια που έκανες». Ανταμείψτε την ολοκληρωμένη προσπάθεια αντί για το αποτέλεσμα.

10) Μη λύνετε εσείς τα προβλήματα των παιδιών σας. Μάθετέ τα πώς να τα λύνουν μόνα τους και πώς να αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις μόνα τους. Υποστηρίξτε τα αλλά από απόσταση. Πείτε τους ότι πιστεύετε σε αυτά.

11) Περάστε χρόνο μαζί τους. Ακούστε τι έχουν να σας πουν. Ζητήστε τη συμβουλή τους. Αν δεν αφιερώσετε εσείς χρόνο στα παιδιά σας, θα βρεθεί κάποιος άλλος που θα το κάνει. Παίξτε μαζί τους, δουλέψτε μαζί τους, χαλαρώστε μαζί τους.

12) Αποδεχτείτε τα για αυτό που είναι. Μην προσπαθείτε να τα αλλάξετε. Μην προσπαθείτε να τα κάνετε να σας μοιάσουν. Μην προσπαθείτε να τα επηρεάσετε να ασχοληθούν με τα δικά σας ενδιαφέροντα ή να ακολουθήσουν τα δικά σας όνειρα.

13) Να εφαρμοστούν συνεπείς και σταθερές τακτικές ανατροφής οι οποίες ενθαρρύνουν την αυτόνομη ανάπτυξη. Πρέπει να αποφεύγονται τα δύο άκρα, της αυταρχικής συμπεριφοράς και της υπερβολικής ανεκτικότητας.

 

 

Το πως με βλέπουν οι άλλοι εξαρτάται από το πως βλέπω εγώ τον εαυτό μου;

 

Η ψυχολόγος Ντόρα Μίνου εξηγεί πως είναι θέμα αυτοεκτίμησης...

 

Ο τρόπος με τον οποίο βλέπουμε τον εαυτό μας καθορίζει τόσο τις περισσότερες από τις ενέργειες και επιλογές στη ζωή μας όσο και το πώς μας βλέπουν οι άλλοι.

 

Η εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας και τα μηνύματα που δίνουμε στους άλλους για μας είναι συνυφασμένα με τα βιώματα και τα μηνύματα που πήραμε από την οικογένειά μας και τον κοινωνικό περίγυρο στην παιδική ηλικία, τις προσωπικές εμπειρίες αλλά και την ιδιοσυγκρασία μας.

 

Χαμηλή αυτοεκτίμηση...

Τα άτομα με χαμηλή αυτοεκτίμηση είναι άτομα που δεν τολμούν εύκολα, εξοικειωμένα με την αποτυχία πριν ακόμη δοκιμάσουν να φέρουν το αντίθετο αποτέλεσμα, υποτιμούν τον εαυτό τους και στερούνται πρωτοβουλιών και γενικά είναι φοβισμένα και αμήχανα σε κάθε είδους αλλαγή.

 

Τέτοιες περιπτώσεις θα δούμε να αποκτούν εξάρτηση στις διαπροσωπικές τους σχέσεις, δεν θα ρισκάρουν για αλλαγή και μέσα στην πεποίθηση ότι δεν θα τα καταφέρουν, δύσκολα θα βάλουν στόχους και θα προσπαθήσουν να τους πετύχουν.

 

Η τελειομανία...

Στο άλλο άκρο είναι τα άτομα με την ανάγκη υπερβολικής προβολής. Άτομα με υπέρμετρη ανάγκη προβολής και επιβολής που η εικόνα εαυτού τους αφήνει συνεχώς την αίσθηση του ανικανοποίητου και της υποτίμησης τόσο αυτών που οι ίδιοι κάνουν όσο και των άλλων.

 

Η τελειομανία και η αίσθηση «αξίζω το καλύτερο» απομακρύνει το άτομο από το αίσθημα της ικανοποίησης και του στερεί τη δυνατότητα να εκτιμήσει και να απολαύσει την προσπάθειά του και τα αποτελέσματά της. Επιπλέον, ένα σημαντικό σημείο για άτομα με τέτοιο προφίλ που αγγίζει το ναρκισσισμό είναι η εικόνα που εκπέμπουν στους άλλους. Ο θαυμασμός και η επιβεβαίωση που επιδιώκουν από τους άλλους είναι πολύ πιο σημαντικά ακόμη και από την ίδια την επιτυχία γι’ αυτούς.

 

Το φυσιολογικό

-Είναι βασικό να επισημάνουμε ότι το άτομο που έχει καλή σχέση με τον εαυτό του συνηθίζεται να έχει καλή σχέση και με τους άλλους γύρω του.

 

-Δεν έχει σημασία αν συμφωνήσουν ή διαφωνήσουν οι άλλοι μαζί σου, αν συγκρουστούν, ανταγωνιστούν, αποδεχτούν ή απορρίψουν τις πεποιθήσεις σου γιατί οι σχέσεις των ανθρώπων δεν βασίζονται στην ομοιότητα αλλά στη διαφορετικότητα που έχουμε μεταξύ μας.

 

-Αυτό που είναι σημαντικό είναι να είσαι εσύ σε μία συναισθηματική αρμονία, έχοντας αποδεχτεί τον εαυτό σου. Όταν το νιώθεις αυτό, το υποστηρίζεις κιόλας και πάνω απ’ όλα το εκπέμπεις και στους άλλους.

 

-Πολλές φορές δημιουργούμε λανθασμένες εντυπώσεις στους άλλους, ωστόσο όσο λιγότερο εκτιμάμε τον εαυτό μας τόσο περισσότερο στεκόμαστε ή ακόμη και υιοθετούμε τη γνώμη των άλλων για τον εαυτό μας.


Homework...

-Αποδέξου τον εαυτό σου και αναγνώρισε τη μοναδικότητά σου ως ανθρώπινη ύπαρξη.

-Αγάπησε τα λάθη και τις αδυναμίες σου και αποκόμισε μέσα απ’ αυτά τις ανάλογες εμπειρίες.

-Αναγνώρισε τα θετικά χαρακτηριστικά σου και υπενθύμιζέ τα συχνά στον εαυτό σου.

-Βάζε μικρούς και ρεαλιστικούς στόχους αναγνωρίζοντας όχι μόνο το αποτέλεσμα αλλά και την προσπάθειά σου Άλλωστε είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι ο φαύλος κύκλος της τελειομανίας μας καθηλώνει σε μία αίσθηση ανικανοποίητου.

-Πάρε χώρο και χρόνο για σένα εστιάζοντας στα συναισθήματά σου προκειμένου να καταλάβεις τις ανάγκες σου.

-Μην διστάσεις να δεις κάποιον ειδικό και να ζητήσεις βοήθεια προκειμένου να ενισχύσεις την αυτοεκτίμησή σου και να εμπιστευτείς τον εαυτό σου. Άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ποιότητα των σχέσεων με τους άλλους εξαρτάται από την ποιότητα της σχέσης που έχουμε με τον εαυτό μας.

 

 

Οι πεποιθήσεις για τον εαυτό σου

 

Συνήθως αυτή η σύγκριση έχει ως βάση κάποιο άλλο πρόσωπο που συγκρίνεις τον εαυτό σου και θεωρείς καλύτερο από εσένα, ή μια ιδεατή κατάσταση που θέλεις αλλά δεν πιστεύεις πως μπορείς να έχεις.

Όπως πολύ σωστά είχε ο Henry Ford:

Αν πιστεύεις ότι μπορείς ή πως δεν μπορείς, έχεις δίκιο.

Οι πεποιθήσεις είναι περίεργο πράγμα. Γίνονται συνήθειες. Κυρίως όμως γίνονται συνήθειες σκέψης για το πώς σκεφτόμαστε για τον εαυτό μας.

Έτσι, αν δεν σου αρέσει η διαδρομή που έχεις τοποθετήσει τον εαυτό σου, θα χρειαστεί όχι μόνο να κοιτάξεις αυτές τις συνήθειες αλλά να πας βαθύτερα και να εξερευνήσεις τις πεποιθήσεις πίσω τους.

Να βρεις τον συναισθηματικό κώδικα που βρίσκεται πίσω από αυτές.

Με ποιον τρόπο συνεχίζεις να τις ακολουθείς και για ποιο λόγο συνεχίζεις να τις πιστεύεις.

Είναι σαν να ανοίγεις το καπό του αυτοκινήτου και να δουλεύεις την μηχανή αντί να κοιτάς με απορία το λαμπάκι που έχει ανάψει στο καντράν και σου φωνάζει πως υπάρχει πρόβλημα.

Όλοι έχουμε έναν συναισθηματικό κώδικα που δημιουργήθηκε κατά την παιδική μας ηλικία και μας ξεδιπλώνει ακόμα και σήμερα μοτίβα συμπεριφοράς και σκέψης.

Καθιστά δύσκολο έως και αδύνατο πολλές φορές να πιστέψουμε στον εαυτό μας λόγω ανασφαλειών, παρελθοντικών αποτυχιών και μηνύματα αυτοκριτικής για τον εαυτό μας.

Περιττό να αναφέρουμε πως αυτά τα συστήματα πεποιθήσεων όχι μόνο δημιουργούν την πραγματικότητα γύρω μας αλλά καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό πως θα παίξουμε το παιχνίδι της ζωής.

Βέβαια οι πεποιθήσεις είναι κομμάτι μας. Χωρίς αυτές δεν ξέρουμε τι να πιστέψουμε, για αυτό και τις πιστεύουμε άλλωστε. Είναι θέμα επιλογής.

Δεν πιστεύουμε αυτά που μας κρατούν στάσιμους αλλά αυτά που μας φαίνονται πιο οικεία.

Ακόμα και αν συνεχίζουν να μας δημιουργούν τα ίδια προβλήματα.

Το μονοπάτι που οδηγεί στην γνώση είναι αυτό που μας αποκαλύπτει τις περιοριστικές πεποιθήσεις για τον εαυτό μας.

Είναι αυτό που μας πιέζει να αμφισβητήσουμε αυτά που ήδη πιστεύουμε και να πορευτούμε προς στο άγνωστο.

 

 

Η γνώση έρχεται όταν αποκτήσεις επίγνωση των κινήτρων που σε οδηγούν να κινηθείς μπροστά ή σε κρατούν πίσω.

Και έπειτα να επιλέξεις.

Και αυτή η επιλογή είναι που καθορίζει την διαδρομή.

Οι περιοριστικές πεποιθήσεις μας φωνάζουν πως το περιβάλλον γύρω μας δεν είναι ασφαλές.

Μας τυφλώνουν από την παρατήρηση του αντικειμενικού και του τι βρίσκεται πραγματικά μπροστά μας.

Πηγαίνοντας τον εαυτό σου από την επιθυμία στην πράξη

 

Για να καταλάβεις τον εαυτό σου θα χρειαστεί να συνειδητοποιήσεις τις αλήθειες που κρύβονται πίσω από τις πράξεις σου.

Δεν είναι εύκολο, ειδικά στην αρχή, να εντοπίσεις πεποιθήσεις που περιορίζουν τον εαυτό σου.

Αρχικά παρατηρείς συμπεριφορές. Και οι συμπεριφορές δεν είναι μόνο πρακτικές αλλά κυρίως νοητικές.

Στην αρχή, πριν την συμπεριφορά, για παράδειγμα να φας ένα γλυκό επειδή έπεσες θύμα παρόρμησης, έρχεται μια σκέψη.

Ο χρόνος και ο τρόπος που θα αντιμετωπίσεις την σκέψη θα επηρεάσει άμεσα την ταχύτητα και την ένταση που θα εκφραστεί η συμπεριφορά.

Η επιθυμία δημιουργείται από σκέψεις και όσο πιο έντονες είναι τόσο πιο έντονη είναι φυσικά και η επιθυμία. Τόσο πιο δύσκολο να τιθασεύσουμε τον εαυτό μας.

Όταν έχουμε μια συμπεριφορά που δεν μας αρέσει δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει λόγος που υπάρχει.

 

 

Η κάθε συμπεριφορά που έχουμε όταν είμαστε αγχωμένοι ή πιεσμένοι πραγματοποιείται για να μας προσφέρει το αίσθημα της προσωρινής ανακούφισης από ένα άβολο συναίσθημα.

Όταν λοιπόν πιέζεσαι, έχεις ένα συναίσθημα που θέλεις να ξεφορτωθείς. Για να το κάνεις υιοθετείς μια συμπεριφορά μέσω επανάληψης.

Στην συνέχεια η συγκεκριμένη συμπεριφορά γίνεται συνήθεια. Μια δύναμη που καθοδηγεί τον εαυτό σου.

Και αυτό ισχύει με όλα.

Η πηγή από όπου προκύπτει μια σκέψη είναι οι πεποιθήσεις.

Όταν για παράδειγμα φοβάσαι την απόρριψη από τις γυναίκες, η αντίδραση σου σε μια σκέψη δημιουργεί το άγχος προσέγγισης.

Αυτή είναι η πρώτη αντίδραση. Η νοητική και η συναισθηματική.

Η δεύτερη είναι να μην προσεγγίσεις. Η συμπεριφορά.

 

 

Ένας από τους πιο σημαντικούς λόγους απραξίας είναι ο φόβος μήπως επιβεβαιωθεί μια αρνητική πεποίθηση που έχουμε.

Αν πιστεύεις για παράδειγμα πως δεν θα ξέρεις τι να πεις, τρέχεις το συγκεκριμένο σενάριο στο μυαλό σου. Όμως αν το παρατηρήσεις καλύτερα θα διαπιστώσεις πως κάπου φτάνει:

« Αν προσεγγίσω δεν θα ξέρω τι να πω »

« Αν δεν ξέρω τι να πω τότε θα φανώ άχρηστος/αδύναμος » (οτιδήποτε).

Αν πας βαθύτερα όμως, πέρα της παραπάνω δήλωσης και δεν τρέξεις μακριά της ίσως φτάσεις στον πυρήνα μια πεποίθησης.

Και αν φανείς; Τι θα σημαίνει για εσένα;

Δεν είναι εύκολο να δουλεύεις με τον εαυτό σου πολύ απλά γιατί τον ξέρεις λίγο και σε ξέρει πολύ.

Όταν χτυπάς τον εαυτό σου

 

Το ανθρώπινο μυαλό έχει την τάση να έλκεται από απειλές, ατελείωτες υποθέσεις και αποτυχίες του παρελθόντος.

Έχει την κακιά συνήθεια να μας υπενθυμίζει τι μας λείπει αντί να μας καθοδηγεί στο τι χρειάζεται να κάνουμε.

Όλα αυτά όμως αποθηκεύονται και επηρεάζουν εν τέλει την εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας. Ένα είδος περίεργου βιογραφικού.

Ωστόσο, μια ερώτηση που χρειάζεται να κάνεις στον εαυτό σου πριν αντιδράσεις στις σκέψεις με συμπεριφορά είναι:

« Τι συναίσθημα ψάχνω από την συγκεκριμένη συμπεριφορά; »

 

 

Οι συμπεριφορές που μας σαμποτάρουν, δεν έχουν έρθει ακόμα στο συνειδητό για να δούμε ξεκάθαρα τον τρόπο που προκαλούν ζημιά.

Όταν για παράδειγμα αποφεύγουμε μια πρόκληση, θα υποκύψουμε και πάλι σε μια συμπεριφορά. Την αποφυγή.

Ωστόσο, θέλουμε να αισθανθούμε περισσότερο ασφαλείς.

Και κάθε φορά που αναζητούμε την ασφάλεια δεν κάνουμε βήματα μπροστά.

Το πάθος που έχουμε να δημιουργούμε άνεση και να αποφεύγουμε όπως ο διάολος το λιβάνι την αίσθηση του άβολου είναι και μια από τις πηγές που μας δημιουργούν πρόβλημα.

Αυτό συμβαίνει γιατί μια πιεστική κατάσταση την βλέπουμε σαν κατάρα που μας χτύπησε σαν κεραυνός στο κεφάλι.

Είναι η πεποίθηση που έχουμε στην έλλειψη της ικανότητας να αντιμετωπίσουμε τα εσωτερικά εμπόδια που ξεπροβάλλουν όταν αντιλαμβανόμαστε μια κατάσταση ως δύσκολη.

Δεν θα σταματήσεις ποτέ να αισθάνεσαι άβολα ενόψει δυσκολιών και προκλήσεων.

 

 

Όμως όσο πιο συχνά εισάγεις τον εαυτό σε τέτοιου είδους καταστάσεις τόσο πιο γνώριμο θα αρχίσει να γίνεται το συγκεκριμένο συναίσθημα.

Και τόσο λιγότερο θα αντιδράς σε αυτό. Και όσο λιγότερο αντιδράς τόση μεγαλύτερο έλεγχο θα αρχίσεις να πιστεύεις πως έχεις στον εαυτό σου.

Αντιδράμε σε συναισθήματα που είτε προκαλούνται από καταστάσεις που δεν είναι γνώριμες σε εμάς ή απειλούν τις πεποιθήσεις μας για τον εαυτό μας.

Ώρα να δουλέψεις με τον εαυτό σου

 

Αφιέρωσε λίγη ώρα να δουλέψεις με τον εαυτό σου. Δες το σαν παιχνίδι να μάθεις περισσότερα για το άτομο που θα είναι διαρκώς δίπλα σου για το υπόλοιπο της ζωής σου.

Χάρισε χρόνο στον εαυτό σου να καταλάβει καλύτερα τι συμβαίνει μέσα στο κεφάλι σου, απαντώντας στις παρακάτω ερωτήσεις:

                        Τι σε κάνει να αισθάνεσαι άβολα; Ποιοι άνθρωποι, ποιες καταστάσεις; Ποιες σκέψεις ενεργοποιούν το συγκεκριμένο συναίσθημα;

                        Ποιο συναίσθημα εμφανίζεται πιο συχνά όταν μια κατάσταση σε πιέζει; Θυμός, φόβος, ενοχή, άγχος, ντροπή; Πως συμπεριφέρεσαι όταν εμφανίζεται;

Οι σκέψεις που κάνεις για τις καταστάσεις ενεργοποιούν το πώς θα αισθανθείς για αυτές.

Όταν σκέφτεσαι με τον ίδιο τρόπο που σκεφτόσουν στον παρελθόν για τον εαυτό σου, θα δημιουργήσεις και τις ίδιες εμπειρίες για αυτόν στο μέλλον.

Θα είναι η διαδικασία όπου το παρελθόν δημιουργεί το μέλλον. Ένα μέλλον που ίσως αυτή την φορά μπορείς να προσεγγίσεις διαφορετικά.

 

Η αυτοεκτίμηση είναι μια βεβαιότητα ότι μπορούμε να καταφέρουμε να αντεπεξέλθουμε στις προκλήσεις που συναντάμε στη ζωή μας και ότι αξίζουμε τόσο την αγάπη και την αποδοχή όσο και το σεβασμό των άλλων. Το πρώτο σημαντικό βήμα είναι να αγαπήσουμε εμείς οι ίδιοι τον εαυτό μας, να αποδεχθούμε και να σεβαστούμε τις ανάγκες του και τις ιδιαιτερότητες του. Έπειτα χρειάζεται να συνειδητοποιήσουμε ότι η επιβεβαίωση που παίρνουμε από τους άλλους είναι ευχάριστη αλλά όχι απαραίτητη για να νοιώθουμε καλά.

Τόσο οι απλές καθημερινές μας δραστηριότητες όπως όταν αγοράζουμε ένα ρούχο ή όταν κοιτάζουμε τον εαυτό μας στον καθρέπτη, ή όταν φτιάχνουμε ένα καλό φαγητό όσο και οι πιο περίπλοκες όπως του να αναλάβουμε μία εργασία ή ένα σχεδιασμό προγράμματος για την δουλειά μας, πρέπει να έχουν ως πρωταρχικό στόχο να ευχαριστήσουν τον εαυτό μας και έπειτα τους άλλους.

Αυτό μπορούμε εύκολα να το διαπιστώσουμε στα θετικά σχόλια που μας κάνουν π.χ για την εμφάνιση μας. Σε ένα καινούργιο χτένισμα που κάναμε και σε εμάς δεν αρέσει αλλά αρέσει στον σύντροφο μας ή στους φίλους μας. Όταν εμείς δεν νοιώθουμε ικανοποιημένοι τα σχόλια αυτά δεν μας αλλάζουν τη γνώμη.

Αντίθετα αν κάποιος κρίνει αρνητικά κάτι που έχουμε δημιουργήσει, τότε θυμώνουμε και νοιώθουμε ότι όντως αυτό που κάναμε δεν έχει καμία αξία. Φθάνει μία λέξη ή ένα υποτιμητικό βλέμμα κάποιου σημαντικού για εμάς προσώπου για να χαθεί όλη μας η αυτοπεποίθηση.

Όμως αν εξετάσουμε το θέμα καλλίτερα διαπιστώνουμε ότι η εμπιστοσύνη και η αποδοχή για εμάς δεν χάνεται τόσο εύκολα αν σε αυτό που εμείς θέλουμε και δημιουργούμε, πραγματικά δώσουμε ένα κομμάτι από εμάς και όταν εμείς οι ίδιοι είμαστε πραγματικά ευχαριστημένοι από το αποτέλεσμα.
Είτε ασχολούμαστε με σημαντικά είτε με λιγότερο σημαντικά θέματα, το μυστικό είναι ότι κάνουμε να το κάνουμε με αγάπη. Λειτουργώντας με αυτόν τον τρόπο δίνουμε στον εαυτό μας την ευκαιρία να αποδείξει τις κρυμμένες δυνατότητες του και ταυτόχρονα, κανείς δεν μπορεί να κλονίσει τη δική μας εκτίμηση για το αποτέλεσμα που εμείς οι ίδιοι έχουμε χτίσει.

Η άρνηση και η παραμέληση του εαυτού μας και των αναγκών του, μας οδηγούν στο να χρειαζόμαστε πάντα την επιβεβαίωση κάποιου τρίτου, (γονέα, συντρόφου, φίλων) πολλές φορές ακόμη και για πολύ απλά θέματα.
Κανείς όμως δεν μπορεί να μας προσφέρει την σιγουριά που χρειαζόμαστε , αν πρώτα εμείς δεν πιστέψουμε στις δυνάμεις μας και τις δυνατότητες μας, αν εμείς δεν αποδεχθούμε την σημαντικότητα της ίδιας μας της ύπαρξης.

 

Επικοινωνία

Διεύθυνση Μεγάλου Ναού: Δανάης 1, Έγκωμη,
2408, Λευκωσία
Διεύθυνση Μικρού Ναού: Αγίου Νικολάου 1, Έγκωμη, 2408, Λευκωσία
Τηλέφωνο: 22355300
Fax: 22590969
Email: agiosnikolaosengomis

@gmail.com

Announcement

Church of Saint Nicolaos in Engomi is open daily from 8:30 am to 12:00 noon, from 5:00 to 8:00 pm and the hours of Liturgical services. For more information contact us on: agiosnikolaosengomis@gmail.com